Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου «Το Παιδί του Διαβόλου» του Πέτρου Τατσόπουλου, επικράτησε ένταση με την εμφάνιση του Ανδρέα Καραγιάννη.
Η παρουσίαση του βιβλίου πραγματοποιήθηκε στον «Ιανό» και, όπως φαίνεται σε βίντεο που δημοσιεύθηκε, η ένταση κλιμακώθηκε όταν ο Πέτρος Τατσόπουλος μίλησε στο μικρόφωνο, απευθυνόμενος στον Ανδρέα Καραγιάννη: «Ανδρέα, έχεις αποσπάσει τα 15 λεπτά δημοσιότητας. Όχι στη μέση της εκδήλωσης! Στο τέλος όλοι οι απατεώνες θα μπορέσουν να μιλήσουν. Θα έχουμε το δεκάλεπτο των απατεώνων στο τέλος της εκδήλωσης, μέχρι τότε μπορείς να περιμένεις ή να βγεις έξω».
Αντιδρώντας, ο Ανδρέας Καραγιάννης πλησίασε το τραπέζι, με τον Πέτρο Τατσόπουλο να του λέει: «Φύγε καραγκιοζάκο, φύγε!». Στη συνέχεια, ο Καραγιάννης τοποθέτησε ένα αντικείμενο, το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες από το ekklhsiaonline.gr ήταν εικόνα της Παναγίας και του Οσίου Δαυίδ, και ο Τατσόπουλος το πέταξε προς το μέρος του. «Να ‘σαι καλά», είπε φεύγοντας ο Καραγιάννης, ενώ ο Τατσόπουλος τον καλούσε να αποχωρήσει, λέγοντας: «Έκανες την παράστασή σου, καραγκιοζάκο».
Η ένταση αυτή προήλθε από τη θεματολογία του βιβλίου «Το Παιδί του Διαβόλου», στο οποίο ο Πέτρος Τατσόπουλος αναφέρεται στον Ανδρέα Καραγιάννη, καθώς και σε θαύματα που θεωρούνται απάτες. Ο εκδοτικός οίκος περιγράφει το βιβλίο ως εξής:
«Στη χώρα όπου δημοφιλείς άγιοι, νεκροί εδώ και τρεις αιώνες, απαιτούν κάθε είκοσι πέντε χρόνια να τους αλλάζουν τα άμφια και αγράμματοι καλόγεροι συνομιλούν με σαύρες ή ρίχνουν στα σκουπίδια τον Δαρβίνο, ακόμα και η πιο παρανοϊκή τερατολογία εντάσσεται σε μια ιδιότυπη “κανονικότητα”. Ταυτόχρονα, κάθε απόπειρα για την άρθρωση στοιχειωδώς “ορθού λόγου” αντιμετωπίζεται ως “εξωφρενική”, αν όχι ως υπαγορευμένη από τον ίδιο τον Διάβολο.
Πίσω από αυτή τη μεσαιωνική παλινδρόμηση, στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τη συναίνεση των πολιτικών αρχών και τη δικαιοσύνη ηχηρά απούσα, στήνεται ένας θηριώδης “εισπρακτικός μηχανισμός” γύρω από ανεξέλεγκτα “ιερά λείψανα” και εξόφθαλμες “απάτες θαυμάτων” με ανυπολόγιστα κέρδη. Ο Πέτρος Τατσόπουλος, δεκαοχτώ χρόνια μετά τη γλυκόπικρη Καλοσύνη των ξένων, επιστρέφει με μια αυτοβιογραφική αφήγηση υψηλής έντασης και με την ανυποχώρητη πρόθεση να πει τα πράγματα με το όνομά τους».