Οι εξελίξεις στο μέτωπο του πολέμου στην Ουκρανία είναι ιδιαίτερα πυκνές, και αυτό είναι αναμενόμενο, αν λάβουμε υπόψη την «έγκριση» του Μπάιντεν για χρήση όπλων μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς στα ρωσικά εδάφη, γεγονός που αλλάζει για ακόμη μία φορά τα δεδομένα και τον σχεδιασμό στα πεδία.
Με τις εξελίξεις να είναι ραγδαίες και τα γεγονότα σε όλα τα μέτωπα πυκνά, θεωρείται σήμερα πιο πιθανό από ποτέ ο επερχόμενος χειμώνας να είναι ο κρισιμότερος από την αρχή της ρωσικής εισβολής, πριν από σχεδόν τρία χρόνια. Η κλιμάκωση, που είναι δεδομένη, πιθανότατα θα αποτελέσει την κορύφωση ενός δράματος που εξελίσσεται από τις 24 Φεβρουαρίου του 2024. Μένει να φανεί εάν μετά από αυτή την κορύφωση θα ακολουθήσει η κάθαρση για τους ήρωες.
Το διάστημα μέχρι τις 20 Ιανουαρίου, όταν ο Τζο Μπάιντεν θα παραδώσει τα κλειδιά του Λευκού Οίκου στον Ντόναλντ Τραμπ, το ανατολικό και το δυτικό μέτωπο θα επιχειρήσουν να αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα «διαπραγματευτικά χαρτιά».
Η αναθεώρηση του αμυντικού δόγματος της Ρωσίας δεν ήταν «μη αναμενόμενη» κίνηση από την πλευρά των ΗΠΑ, καθώς ο Ρώσος πρόεδρος έχει δηλώσει ξεκάθαρα τις προθέσεις του εδώ και τουλάχιστον 12 μήνες. Οι απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία είναι επίσης μία πραγματικότητα εδώ και τουλάχιστον 24 μήνες, από την απόφαση της Ευρώπης να εμπλακεί ανοιχτά στον σχεδιασμό για την αμυντική, αλλά και επιθετική ενίσχυση του Κιέβου.
Σήμερα, οι θέσεις και των δύο πλευρών είναι παγιωμένες. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει μία θέση που θα φέρει την Ουκρανία και τη Ρωσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ενώ καμία από τις δύο πλευρές δεν δείχνει διάθεση να υποχωρήσει από τις κόκκινες γραμμές της. Έχουν περάσει πάνω από 1.000 ημέρες από την έναρξη του πολέμου και υπάρχουν πλέον τρίτοι που συμμετέχουν ενεργά στα τεκταινόμενα.
Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη δεν έχουν εκφράσει καμία άποψη σχετικά με τις ανακοινώσεις της Μόσχας. Ωστόσο, το πιο σημαντικό προκύπτει από τη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ. Ο Ρώσος ΥΠΕΞ, ο οποίος είναι ο μακροβιότερος και στενότερος συνεργάτης του Ρώσου προέδρου, τόνισε ότι το σημαντικό δεν είναι η αλλαγή του πρωτοκόλλου άμυνας, αλλά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ πρέπει να το διαβάσουν προσεκτικά.
Ο Λαβρόφ υπογράμμισε πως από το επίπεδο της απειλής, σήμερα περνάμε στο επίπεδο της ενημέρωσης, ουσιαστικά ξεκαθαρίζοντας πως τα χτυπήματα με μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς όπλα είναι πέρα από τα ρωσικά όρια, και τυπικά και ουσιαστικά. Η «ακινησία» και η «αφωνία» από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ελιγμών στον Ρώσο πρόεδρο. Ο Πούτιν, που ίσως πίστευε πως Τραμπ και Μπάιντεν δεν θα έβρισκαν ποτέ σημείο επαφής στην εξωτερική πολιτική, σήμερα βλέπει πως φαίνεται να βρίσκονται σε μία «άτυπη» και «σιωπηρή» συμφωνία που έχει στο στόχαστρο τον ίδιο.
Ο λαλίστατος Τραμπ δεν έχει κάνει καμία δημόσια τοποθέτηση για το θέμα και δεν υπάρχει κανένας από το επιτελείο του που να έχει καταδικάσει την αμερικανική έγκριση προς το Κίεβο. Πολλά έχουν λεχθεί χρησιμοποιώντας τη λέξη «κλιμάκωση», αλλά αυτό δεν δείχνει διαφορετική οπτική του ουκρανικού ζητήματος.
Η απειλή για τη Ρωσία είναι δεδομένη, όπως είναι και για τη Βόρεια Κορέα, που κινδυνεύει με την άμεση εμπλοκή στρατιωτών της στο Κουρσκ, να αποτελέσει την αφορμή που όλοι έψαχναν για ένα επικίνδυνο «all in». Και η Ευρώπη όμως δείχνει να έχει αυτή τη φορά σχέδιο ή τουλάχιστον να είναι ενήμερη για τις αμερικανικές κινήσεις και πρωτοβουλίες.
Αν εξαιρέσει κανείς την «παραφωνία» του τηλεφωνήματος Σολτς στον Πούτιν, η Γαλλία και η Βρετανία μπορεί να έχουν σπεύσει να μειώσουν τις δηλώσεις για προμήθεια περισσότερων ATACMS στο Κίεβο, αλλά αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως δεν θα το πράξουν ή δεν το έχουν ήδη πράξει.
Την ίδια στιγμή, η δήλωση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο πως τώρα θα μιλήσουν οι πύραυλοι έχει πιθανότατα «τεχνηέντως» παρερμηνευθεί. Ο Ζελένσκι δεν έχει τη δυνατότητα μόνος του να «προτάξει» τη δυναμική των όπλων του, καθώς αυτά είναι «δυτικής» εισαγωγής, αλλά έχει κάθε λόγο να δηλώσει σε όλους τους τόνους και προς όλους πως η Ουκρανία θα το πάει μέχρι τέλους.
Η κόπωση τριών ετών πολέμου είναι μεγάλη, και ο ουκρανικός λαός έχει υποφέρει πολύ. Ωστόσο, όταν ακόμη και μετά από 1.000 ημέρες πολέμου 4 στους 10 Ουκρανούς δηλώνουν πως η χώρα τους δεν πρέπει να σταματήσει τις μάχες, τότε τα πράγματα μοιάζουν ακόμη εντός ελέγχου στο εσωτερικό.