Η γερμανική αστυνομία φαίνεται να εφαρμόζει συστηματικές διακρίσεις, καθώς οι αστυνομικοί συχνά προβαίνουν σε ρατσιστικά προφίλ και στηρίζονται σε εθνοτικά στερεότυπα, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε σήμερα από μια ιστοσελίδα που παρακολουθεί τα δεδομένα για τη μετανάστευση και το άσυλο.
Οι τακτικές της γερμανικής αστυνομίας ενισχύουν την επιρροή του ακροδεξιού κόμματος AfD.
Η μελέτη αυτή, που διεξήχθη από το Mediendienst Integration, έρχεται στη δημοσιότητα σε μια περίοδο αυξανόμενων ανησυχιών ανάμεσα στους ακτιβιστές σχετικά με την άνοδο του ρατσισμού στη Γερμανία και την ενδυνάμωση του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Η έρευνα, η οποία διεξήχθη στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, αποκαλύπτει ότι οι εθνοτικές μειονότητες, και ειδικότερα όσοι θεωρούνται μετανάστες, συχνά στοχοποιούνται κατά τη διάρκεια περιπολιών, στην αξιολόγηση κινδύνου και στις αλληλεπιδράσεις τους με την αστυνομία.
Το υπουργείο Εσωτερικών δεν έχει ακόμα απαντήσει στα αποτελέσματα αυτής της έρευνας.
Βασίζονται σε ρατσιστικά κριτήρια και όχι σε συμπεριφορές
Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι αστυνομικοί φαίνεται να βασίζονται σε ρατσιστικά κριτήρια, αντί να εστιάζουν σε πραγματικές συμπεριφορές κατά τη διάρκεια των προληπτικών περιπολιών.
Άτομα που θεωρούνται «Αφρικανοί» ή «Αλβανοί» συνδέονται συχνά με εγκλήματα που σχετίζονται με τα ναρκωτικά, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένη προσοχή από την πλευρά της αστυνομίας, όπως αναφέρεται στην έκθεση.
Η μελέτη καταγράφει επίσης ότι ομάδες όπως οι Νοτιοευρωπαίοι και Ρώσοι χαρακτηρίζονται ως πιο βίαιοι και μη συνεργάσιμοι.
Διεξήχθη από δύο καθηγητές της Αστυνομικής Ακαδημίας Κάτω Σαξονίας, η έρευνα έδειξε ότι οι αστυνομικοί συχνά αντιμετωπίζονται άσχημα ή με έλλειψη σεβασμού από νεαρούς αραβικής ή τουρκικής καταγωγής, καθώς και από κάποιους αριστερούς, γεγονός που ενδέχεται να προκαλεί σφοδρές αντιδράσεις και από την πλευρά τους.
Αυτές οι πρακτικές οδηγούν σε υπερβολική αστυνόμευση, με περισσότερους αστυνομικούς να αναπτύσσονται για καταστάσεις που αφορούν αυτές τις ομάδες, ανεξάρτητα από το πραγματικό επίπεδο κινδύνου, συμβάλλοντας έτσι στην αρνητική εικόνα τους ως απειλών για τη δημόσια ασφάλεια.
Η γλωσσική ανεπάρκεια επίσης συμβάλλει στις διακρίσεις, καθώς οι αστυνομικοί ολοκληρώνουν συχνά πρόωρα τις συνεντεύξεις με μη γερμανόφωνους λόγω χρονικών περιορισμών και έλλειψης κατάλληλων μεταφραστικών υπηρεσιών, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρώνονται οι ανακρίσεις και να μην παρέχεται επαρκής υποστήριξη στα θύματα.
Ακτιβιστές και ορισμένοι πολιτικοί έχουν επί μακρόν κατηγορήσει την αστυνομία ότι δεν κάνει αρκετά για να εξαλείψει πιθανώς βίαιους εθνικιστές από τις τάξεις της, ένα θέμα ευαίσθητο για τη Γερμανία, καθότι η χώρα έχει βαθιά επίγνωση των ναζιστικών θηριωδιών κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ