Η ένταση στην Ουκρανία έχει φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα, ιδιαίτερα μετά τη νίκη του Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές, γεγονός που έχει οδηγήσει σε κλιμάκωση των στρατηγικών των εμπλεκόμενων μερών.
Η απόφαση του Μπάιντεν να επιτρέψει στο Κίεβο τη χρήση αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς για επιθέσεις στο ρωσικό έδαφος έχει προκαλέσει ένα σπιράλ αντιδράσεων, με τον κίνδυνο η κατάσταση να ξεφύγει από τον έλεγχο να είναι πιο ορατός από ποτέ.
Η Ουκρανία έχει ήδη αξιοποιήσει τους αμερικανικούς και βρετανικούς πυραύλους, προκαλώντας την ικανοποίηση του Λονδίνου, για να πλήξει ρωσικούς στόχους. Σε απάντηση, η Μόσχα εκτόξευσε έναν «πειραματικό πύραυλο» που μπορεί να φέρει πυρηνικές κεφαλές, σημειώνοντας την πρώτη τέτοια ενέργεια από την αρχή του πολέμου.
Η ρωσική επίθεση συνοδεύτηκε από δηλώσεις που υποδεικνύουν την πρόθεση της Μόσχας να τροποποιήσει το πυρηνικό της δόγμα. Ο Πούτιν δήλωσε ότι η περιφερειακή σύγκρουση έχει αποκτήσει παγκόσμιες διαστάσεις και προειδοποίησε τη Δύση ότι η Ρωσία «έχει το δικαίωμα» να πλήξει χώρες που προμηθεύουν όπλα στο Κίεβο.
Διπλωματικές ισορροπίες
Η Μόσχα έχει επαναλάβει ότι η χρήση δυτικών όπλων από την Ουκρανία για επιθέσεις στο ρωσικό έδαφος μπορεί να οδηγήσει σε πόλεμο με τη Δύση. Παράλληλα, μετά την εκλογή Τραμπ, η Ρωσία δηλώνει ότι είναι ανοιχτή σε συνομιλίες για εκεχειρία, αλλά μόνο με τους δικούς της όρους, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε απειλές και διπλωματικές προτάσεις.
Από την άλλη πλευρά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιταχύνει την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, στέλνοντας νάρκες κατά προσωπικού και προχωρώντας σε διαγραφή μέρους του χρέους της χώρας. Ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γαλλία και η Βρετανία διαβεβαίωσαν ότι δεν θα επιτρέψουν στον Πούτιν να «πετύχει τους σκοπούς του» και θα υποστηρίξουν την Ουκρανία για μια δίκαιη ειρηνική λύση. Η Γερμανία επίσης έχει στείλει νέο πακέτο στρατιωτικής βοήθειας.
Η αλλαγή στάσης του Μπάιντεν, που είχε προηγουμένως αρνηθεί την έγκριση για τη χρήση αμερικανικών πυραύλων, σχετίζεται με την ανησυχία ότι η προεδρία Τραμπ θα μπορούσε να περιορίσει τη βοήθεια προς την Ουκρανία, καθώς η κατάσταση στο μέτωπο έχει διαμορφωθεί υπέρ της Ρωσίας.
Η σκληρή πραγματικότητα
Διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ πιστεύουν πως ο Πούτιν «μπλοφάρει» σχετικά με την απειλή των πυρηνικών και, επομένως, κλιμακώνουν την υποστήριξή τους στην Ουκρανία με την ελπίδα ότι η χώρα θα μπορέσει να αλλάξει τους όρους του πολέμου στο πεδίο.
Η Ρωσία, ωστόσο, δηλώνει ότι δεν επιθυμεί τη χρήση πυρηνικών όπλων αλλά προειδοποιεί ότι η κλιμάκωση, την οποία αποδίδει στη Δύση, μπορεί να οδηγήσει σε εφιαλτικά σενάρια. Η πρόσφατη ρητορική της Μόσχας έχει οξυνθεί, με δηλώσεις που περιλαμβάνουν άλλες χώρες ως πιθανούς στόχους. Η δήλωση της Ζαχάροβα ότι η αμερικανική βάση στην Πολωνία είναι προτεραιότητα για τη Ρωσία είναι ενδεικτική της επικινδυνότητας της κατάστασης.
Αν και η Ρωσία μπορεί να μπλοφάρει σχετικά με την επέκταση του πολέμου ή τη χρήση πυρηνικών όπλων, οι αναλυτές προειδοποιούν ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να διαρκεί επ’ αόριστον. Ο κίνδυνος «ατυχήματος» αυξάνεται καθώς και η απειλή ότι η Ρωσία μπορεί να ισοπεδώσει το Κίεβο αν η Δύση αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στη σύγκρουση.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι βρίσκεται σε δύσκολη θέση, παραδεχόμενος ότι χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ η Ουκρανία θα χάσει τον πόλεμο. Το σχέδιο νίκης που παρουσίασε δεν φαίνεται να αποδίδει, γεγονός που έχει προκαλέσει την κόπωση των συμμάχων του, ενώ η μεγαλύτερη ανησυχία του είναι η πιθανή εκλογή του Τραμπ.
«Ο κόσμος πρέπει να αντιδράσει», δήλωσε ο Ζελένσκι σχετικά με τις ρωσικές επιθέσεις. «Ο Πούτιν φτύνει κατάμουτρα όσους επιθυμούν την ειρήνη και δοκιμάζει την αντοχή του κόσμου. Η απουσία σκληρής αντίδρασης στέλνει το μήνυμα ότι η συμπεριφορά του είναι αποδεκτή, και αυτό ακριβώς επιδιώκει», πρόσθεσε.
Με την προσοχή στραμμένη στην εκλογή του Τραμπ, η κατάσταση στην Ουκρανία έχει γίνει εξαιρετικά τεταμένη, με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία να κλιμακώνουν την ένταση και να μην φαίνεται άμεσος τρόπος αποκλιμάκωσης. Η αβεβαιότητα σχετικά με τις μελλοντικές κινήσεις του νέου προεδρικού ηγέτη των ΗΠΑ, ο οποίος έχει δηλώσει ότι μπορεί να τερματίσει τον πόλεμο σε λίγες ώρες χωρίς να διευκρινίσει τον τρόπο, προσθέτει στην ένταση της κατάστασης.