Η διεθνής έρευνα ICILS, στην οποία η Ελλάδα συμμετείχε για πρώτη φορά το 2023, ανέδειξε τα δυνατά και αδύνατα σημεία των μαθητών της Β’ Γυμνασίου στην πληροφορική. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), αυτή η συμμετοχή προσφέρει πολύτιμα συμπεράσματα για την αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών στα σχολεία και τις πολιτικές που πρέπει να υιοθετηθούν ώστε να ενισχυθεί η ψηφιακή εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα.
Οι μαθητές/τριες στην Ελλάδα επιδεικνύουν πλεονεκτήματα σε ορισμένες δεξιότητες σε σχέση με τους συνομηλίκους τους από άλλες χώρες. Συγκεκριμένα, οι επιδόσεις τους είναι υψηλότερες από τον μέσο όρο σε τομείς όπως:
- Η χρήση λύσεων για την επίλυση προβλημάτων (81% έναντι 77% του μ.ό.).
- Η οργάνωση ψηφιακών αρχείων (69% έναντι 66% του μ.ό.).
- Η επεξεργασία εγγράφων και παρουσιάσεων (69% έναντι 66% του μ.ό.).
- Ο συστηματικός έλεγχος προγραμμάτων για την ανίχνευση σφαλμάτων (66% έναντι 51% του μ.ό.).
- Η δημιουργία διαγραμμάτων ροής (55% έναντι 51% του μ.ό.).
Επιπλέον, οι μαθητές/τριες στην Ελλάδα δηλώνουν ότι έχουν μάθει στο σχολείο να αναγνωρίζουν κακόβουλα μηνύματα και να διαχειρίζονται τις ρυθμίσεις απορρήτου, με ποσοστά ελαφρώς υψηλότερα από τον μέσο όρο άλλων χωρών (64% έναντι 56% και 57% έναντι 52% αντίστοιχα). Επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό μαθητών/τριών έχει εκπαιδευτεί για την υπεύθυνη χρήση των κοινωνικών μέσων (84% έναντι 78% του μ.ό.) και την αναγνώριση του cyberbullying (82% έναντι 75% του μ.ό.).
Ωστόσο, οι αδυναμίες παραμένουν, καθώς οι μαθητές/τριες στη χώρα μας δυσκολεύονται να προχωρήσουν σε πιο σύνθετη χρήση υπολογιστών. Στην έρευνα, οι χώρες με τις καλύτερες επιδόσεις περιλαμβάνουν την Κορέα, την Τσεχία, τη Δανία, την Κινέζικη Ταϊπέι, τη Φλαμανδική Κοινότητα Βελγίου, την Πορτογαλία, τη Λετονία, τη Φινλανδία, την Αυστρία και την Ουγγαρία.
Η Ελλάδα κατέχει τη 23η θέση ανάμεσα σε 31 χώρες με συνολική βαθμολογία 460, απέχοντας 16 μονάδες από τον μέσο όρο (476 μονάδες). Αξιοσημείωτο είναι ότι η Κύπρος συγκέντρωσε τον ίδιο αριθμό μονάδων με την Ελλάδα.
Τα ευρήματα για τους μαθητές
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών/τριών παγκοσμίως επιδεικνύει μόνο βασικές ικανότητες στην ψηφιακή εγγραμματοσύνη (51% στον μέσο όρο). Στην Ελλάδα, το 60% των μαθητών/τριών βρίσκεται στο πρώτο επίπεδο επίδοσης, χρειάζονται δηλαδή σαφείς οδηγίες για να εκτελέσουν απλές ενέργειες.
Το ποσοστό των μαθητών/τριών που επιτυγχάνουν επιδόσεις επιπέδου 2 και άνω ανέρχεται στο 39%, με την πλειονότητα αυτών (31%) να βρίσκεται στο επίπεδο 2. Αυτοί οι μαθητές/τριες χρησιμοποιούν υπολογιστές για βασικές εργασίες, ενώ κατανοούν τις στρατηγικές προστασίας προσωπικών δεδομένων.
Σημαντική είναι η παρατήρηση ότι το ποσοστό επιδόσεων στο επίπεδο 4 είναι εξαιρετικά χαμηλό σε όλες τις χώρες, με την Κορέα να έχει το υψηλότερο ποσοστό (6%). Σε όλες τις άλλες χώρες, οι επιδόσεις επιπέδου 4 κυμαίνονται από 1% έως 0.
Όσον αφορά τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ):
- Περίπου οι μισοί μαθητές/τριες σε όλες τις χώρες, και ελαφρώς περισσότεροι στην Ελλάδα, δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές τουλάχιστον τα τελευταία πέντε χρόνια, με τους μαθητές αυτούς να έχουν υψηλότερες επιδόσεις.
- Η καθημερινή χρήση των ΤΠΕ εκτός σχολείου είναι διαδεδομένη, με περίπου τρεις στους τέσσερις μαθητές/τριες να δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν αυτές τις τεχνολογίες για μη σχολικούς σκοπούς.
Τα συμπεράσματα για τους μαθητές
Τα πιο σημαντικά ευρήματα, σύμφωνα με το ΙΕΠ, περιλαμβάνουν:
- Χαμηλή βελτίωση στις ψηφιακές δεξιότητες: Παρά την αυξανόμενη χρήση των ΤΠΕ, οι δεξιότητες ψηφιακού εγγραμματισμού παραμένουν χαμηλές, με πάνω από το 25% των μαθητών/τριών σε χώρες με υψηλές επιδόσεις να μην έχουν κατακτήσει το επίπεδο αυτόνομης χρήσης.
- Ανεπαρκής ανάπτυξη κρίσιμων δεξιοτήτων: Οι μαθητές/τριες δυσκολεύονται να αξιολογήσουν την αξιοπιστία των πληροφοριών που λαμβάνουν, γεγονός που είναι ζωτικής σημασίας για τη συμμετοχή τους στον ψηφιακό κόσμο.
- Διδασκαλία και χρήση ΤΠΕ στην πανδημία: Παρά την ευρεία χρήση ψηφιακών τεχνολογιών κατά την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, οι δεξιότητες των μαθητών/τριών δεν ενισχύθηκαν σημαντικά.
- Ψηφιακό χάσμα: Οι κοινωνικοοικονομικές διαφορές επηρεάζουν τις επιδόσεις στις ψηφιακές δεξιότητες, με πολλούς μαθητές/τριες να έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε σύγχρονες τεχνολογίες.
- Εκπαίδευση εκτός σχολείου: Οι μαθητές/τριες μαθαίνουν περισσότερα για τις ΤΠΕ εκτός σχολείου, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την αξιοποίηση αυτής της ανεπίσημης μάθησης.
- Χρήση εργαλείων παραγωγικού λογισμικού: Στις τάξεις, οι μαθητές/τριες χρησιμοποιούν κυρίως προγράμματα επεξεργασίας κειμένου και παρουσιάσεων, ενώ τα πιο εξελιγμένα εργαλεία παραμένουν λιγότερο συνηθισμένα.
Στην έρευνα συμμετείχαν 3.576 μαθητές και μαθήτριες της Β’ Γυμνασίου από 179 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια σε όλη την Ελλάδα, 148 Διευθυντές/τριες, 2.321 εκπαιδευτικοί και 142 Υπεύθυνοι/ες Σχολικού Εργαστηρίου Πληροφορικής και Εφαρμογών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών.