Η πολυαναμενόμενη συνάντηση μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Νίκου Ανδρουλάκη, που είχε καθυστερήσει τρία χρόνια, επιτέλους πραγματοποιείται. Έπειτα από πολλές αναβολές και προγραμματισμούς, οι δύο πολιτικοί αρχηγοί συμφώνησαν να συναντηθούν την Τετάρτη, 4 Δεκεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, στο πρωθυπουργικό γραφείο στη Βουλή. Η απόφαση αυτή ήρθε μετά από δύο τηλεφωνήματα που έγιναν την ίδια ημέρα από τους στενούς συνεργάτες τους, οι οποίοι φαίνεται ότι έφεραν την αναγκαία ώθηση για να ξεπεραστεί η αμηχανία που είχε δημιουργηθεί.
Γιατί τώρα;
Και οι δύο ηγέτες, ο Μητσοτάκης και ο Ανδρουλάκης, επιθυμούν να αποφύγουν την ταλαιπωρία μιας αναβολής ή ακόμα και μιας ακύρωσης της συνάντησης. Η πολιτική πραγματικότητα απαιτεί συνεργασία και διάλογο, και κανείς από τους δύο δεν θέλει να φανεί ότι αποφεύγει τη συνάντηση με τον αντίπαλό του.
Οι στόχοι;
Οι στόχοι της συνάντησης είναι σαφείς. Και οι δύο επιθυμούν να προβάλουν τη θεσμικότητά τους και να δηλώσουν ότι είναι οι κύριοι παίκτες στην πολιτική σκηνή. Ο Μητσοτάκης βλέπει την ευκαιρία να ενισχύσει τη γαλάζια συσπείρωση, ενώ ο Ανδρουλάκης προσδοκά να ενδυναμώσει τη θέση του ΠΑΣΟΚ ως αξιωματική αντιπολίτευση, προβάλλοντας την ικανότητα του κόμματός του να αντιπαρατεθεί με όρους κυβερνησιμότητας.
Η ατζέντα;
Η ατζέντα της συνάντησης παραμένει αδιευκρίνιστη, καθώς καμία από τις δύο πλευρές δεν επιθυμεί να την καθορίσει εκ των προτέρων. Κάθε πλευρά πιστεύει ότι διαθέτει ισχυρά «χαρτιά» για να πιέσει τον αντίπαλο, ενώ οι επερχόμενες κρίσιμες διαδικασίες, όπως η εκλογή Προεδρίας και η συνταγματική αναθεώρηση, καθιστούν την ανάγκη για στρατηγική και προσοχή επιτακτική.
Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Η συνάντηση της 4ης Δεκεμβρίου δεν αναμένεται να εξελιχθεί σε μια στιγμή συναίνεσης ή συνεργασίας. Αντίθετα, πιθανότατα θα αποτελέσει την αφετηρία για έναν νέο κύκλο αντιπαραθέσεων. Οι δύο πολιτικοί δεν θα είναι σε θέση να γεφυρώσουν τις διαφορές τους, οι οποίες έχουν ενταθεί από ζητήματα όπως οι υποκλοπές, που έχουν προκαλέσει βαθιά πόλωση και καχυποψία. Ο Μητσοτάκης και ο Ανδρουλάκης δεν θα βρεθούν σε θέση αμηχανίας, αλλά θα παραμείνουν σε μια κατάσταση συνεχών αντιπαραθέσεων, με πρώτο σταθμό τον προϋπολογισμό, όπου ο πρωθυπουργός θα προσπαθήσει να επιβεβαιώσει τη θέση του ως ηγετική δύναμη, ενώ ο Ανδρουλάκης θα επιδιώξει να κάνει μια δυναμική είσοδο στον νέο του ρόλο.