Η τρέχουσα κρίση του κόστους ζωής, η οποία επιδεινώνεται από την κρίση στέγασης, αναδεικνύει την πραγματικότητα ότι οι αυξήσεις στους μισθούς δεν επαρκούν για να καλύψουν την άνοδο των τιμών στα βασικά αγαθά. Αυτό σημαίνει ότι, σε πραγματικούς όρους, οι εργαζόμενοι δεν βλέπουν αύξηση της αγοραστικής τους δύναμης.
Παρά τη μείωση της ανεργίας, η εργασιακή επισφάλεια παραμένει σε ανησυχητικά επίπεδα. Η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων, οι οποίες προηγουμένως προσέφεραν προστασία και βελτίωση στις εργασιακές συνθήκες, δεν έχει επιτευχθεί. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η αποσύνδεση του κατώτατου μισθού από τον μηχανισμό συλλογικών διαπραγματεύσεων, γεγονός που έχει οδηγήσει σε περαιτέρω υποβάθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Η κατάσταση αυτή δεν αντικατοπτρίζει μόνο μια συνειδητή προσπάθεια για την ανάπτυξη ενός μοντέλου που στηρίζεται σε χαμηλότερο κόστος εργασίας, αλλά και μια ιδεολογική απαξίωση της εργασίας, η οποία θεωρείται απλώς ως παράγοντας κόστους παραγωγής. Αυτή η αντίληψη περιορίζει την κοινωνική κινητικότητα και την ευημερία των εργαζομένων.
Ενώ η μισθωτή εργασία, ακόμη και υπό την μορφή «αυτοαπασχόλησης» που κρύβει εξάρτηση από εργοδότη, παραμένει η κυρίαρχη εργασιακή και κοινωνική κατάσταση στην ελληνική κοινωνία, η θέση της συνεχίζει να επιδεινώνεται. Αν και δεν βιώνουμε πλέον τις δραματικές επιπτώσεις της περιόδου των μνημονίων, η εργασιακή κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί.
Η συστηματική υπονόμευση και ο περιορισμός του δικαιώματος στην απεργία είναι κεντρικές πτυχές μιας κυβερνητικής πολιτικής που στοχεύει στην αποδυνάμωση των εργαζομένων στη διεκδίκηση υψηλότερων μισθών και καλύτερων συνθηκών εργασίας. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί ένα περιβάλλον στο οποίο η οργή των εργαζομένων μπορεί να ξεσπάσει με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η πραγματικότητα αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη για μια επαναξιολόγηση της εργασίας και των δικαιωμάτων των εργαζομένων, καθώς και για την αποκατάσταση ενός πλαισίου συλλογικών διαπραγματεύσεων που θα διασφαλίσει βελτιωμένες συνθήκες εργασίας και αμοιβές.
Αυτή η αναθεώρηση διατηρεί την ουσία του αρχικού κειμένου, αλλά προσφέρει μια πιο κατανοητή και συνεκτική παρουσίαση των θεμάτων που θίγονται.