Ενόψει της ψήφισης του προϋπολογισμού, τα κόμματα έχουν πάρει θέσεις «μάχης» και αναμένεται ότι μέχρι την Κυριακή το βράδυ θα αναδειχθούν πεδία συγκλίσεων και διαφοροποιήσεων μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του προοδευτικού χώρου και της κεντροαριστεράς. Παρά το γεγονός ότι οι πλευρές επικεντρώνονται στα κοινοβουλευτικά «τζαρτζαρίσματα» με την κυβέρνηση, όλοι θα αξιολογήσουν τη στρατηγική τους, έχοντας κατά νου και τις δημοσκοπικές τους επιδόσεις.
Το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά διεκδικούν το δικό τους μερίδιο στην προοδευτική «πίτα», ωστόσο, η κατάσταση είναι περίπλοκη για όλους. Είναι επίσης σαφές ότι όσα λέγονται δεν ξεγράφονται, και έτσι οι «βέλη» που θα ανταλλάξουν τα κόμματα της κεντροαριστεράς και της αριστεράς θα αποτυπώσουν τις προθέσεις τους για το μέλλον.
Δημοσκοπικές προκλήσεις στην κεντροαριστερά
Στη Χαριλάου Τρικούπη, γνωρίζουν ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια θετική τάση για το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έχει εδραιωθεί ως η νέα αξιωματική αντιπολίτευση. Ο Νίκος Ανδρουλάκης στοχεύει να καταστήσει το κόμμα του τον κύριο αντίπαλο της ΝΔ.
Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα: ποια είναι η αξία των συμμάχων αν η πολιτική που ακολουθείς αποδίδει καρπούς και σε «ψηλώνει» χωρίς τη βοήθεια τρίτων; Έτσι, η αυτόνομη πορεία του ΠΑΣΟΚ φαίνεται δεδομένη, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα δεν έχει φτάσει ακόμη στο «ταβάνι» του. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν εκτιμήσεις ότι θα υπάρξουν τριβές με τον ιδεολογικό εσωκομματικό πόλο της Άννας Διαμαντοπούλου. Μέχρι στιγμής, ο Ανδρουλάκης διατηρεί ισορροπίες, αλλά το ερώτημα είναι για πόσο.
Αυτές οι αβεβαιότητες «ποντάρουν» ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά. Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει σταθεροποίηση με ανοδική τάση στις δημοσκοπήσεις, αν και η ανεξαρτητοποίηση της Ράνιας Θρασκιά έχει πλήξει την κοινοβουλευτική του δύναμη, μειώνοντάς την από 47 σε 26 βουλευτές. Γνωρίζοντας ότι η απόσταση με το ΠΑΣΟΚ αυξάνεται, ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένεται να συνεχίσει τις επιθέσεις «φιλίας» κατά του Ανδρουλάκη, κατηγορώντας τον για λογικές συναινετικού δικομματισμού.
Η αναφορά του Νίκου Παππά κατά της Άννας Διαμαντοπούλου και οι δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα για την πρόταση του Ανδρουλάκη για τις τράπεζες δείχνουν την ένταση στη σχέση μεταξύ των δύο κομμάτων. Είναι αβέβαιο αν ο Σωκράτης Φάμελλος θα επιμείνει στη συγκεκριμένη πολιτική γραμμή την Κυριακή.
Η Νέα Αριστερά αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, καθώς η δημοσκοπική της πτώση είναι εμφανής. Η ηγεσία του κόμματος γνωρίζει ότι οι πιέσεις για συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ θα αυξηθούν, ειδικά μετά την αποχώρηση του Κασσελάκη. Ωστόσο, η συνεργασία φαίνεται δύσκολη, δεδομένων των διαφορών μεταξύ των στελεχών.
Διακριτές προγραμματικές θέσεις
Όταν η συζήτηση εστιάσει στο προγραμματικό περιεχόμενο, οι διαφωνίες και οι συμφωνίες θα γίνουν πιο προφανείς. Η πρόταση για την υποψηφιότητα του Χρήστου Ράμμου στην προεδρία της Δημοκρατίας από τη Νέα Αριστερά ήταν ένα πρώτο crash-test, και οι δύο πλευρές δεν έχουν αποκαλύψει πλήρως τις προθέσεις τους.
Το ζήτημα των αμυντικών δαπανών θεωρείται «καυτή πατάτα». Το ΠΑΣΟΚ αναμένεται να υπερψηφίσει, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει λάβει οριστική απόφαση. Αν επιλέξει την καταψήφιση, θα μπορούσε να δημιουργήσει γέφυρες με τη Νέα Αριστερά, για την οποία το θέμα είναι κρίσιμο.
Ακόμη, η φορολογία είναι ένα σημαντικό ζήτημα, καθώς οι διαφορές στις προτάσεις για τον ΦΠΑ και τους έμμεσους φόρους είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμες. Ωστόσο, οι αποστάσεις μεγαλώνουν στη φορολόγηση φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων. Η Νέα Αριστερά έχει ξεκαθαρίσει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιμείνει στη δική του πρόταση για το φορολογικό, τότε θα υπάρξει στρατηγική διαφορά.
Στην Κουμουνδούρου θεωρούν επίσης ότι το ζήτημα των ιδιωτικών πανεπιστημίων αποτελεί «αγκάθι» για τις σχέσεις τους με το ΠΑΣΟΚ. Όσο η πολιτική κατεύθυνση και το προγραμματικό περιεχόμενο μπαίνουν στο επίκεντρο, οι συγκλίσεις φαίνεται να «ναρκοθετούνται» και οι αποστάσεις να δικαιολογούνται.
Παρά το γεγονός ότι οι επόμενες εκλογές μπορεί να αργούν, το υψηλό ποσοστό αποχής που καταγράφηκε πριν από 1.5 χρόνο, φτάνοντας το 47%, αποτελεί πίεση για όλα τα κόμματα. Η εκλογική «πίτα» μειώνεται και όσο η αναξιοπιστία του πολιτικού συστήματος αυξάνεται, τόσο πιο δύσκολες θα είναι οι απαντήσεις που θα κληθούν να δώσουν οι πολιτικές δυνάμεις του προοδευτικού χώρου. Η πολιτική δεν αγαπά τα «κενά», και οι επόμενες κινήσεις θα κρίνουν είτε την πλήρη επαναφορά των πολιτικών παικτών είτε την πολιτική τους επιβίωση.