Βερολίνο: Πληθωρισμός και υψηλός ΦΠΑ «βάζουν λουκέτο» στα ακριβά εστιατόρια
Το Βερολίνο, μια πόλη που φημίζεται για την πλούσια πολιτιστική της σκηνή και τη γαστρονομική ποικιλία, αντιμετωπίζει μια νέα οικονομική πραγματικότητα που οδηγεί πολλά από τα ακριβά εστιατόρια στην πόλη σε κλείσιμο. Ο αυξανόμενος πληθωρισμός και οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, όπως ο φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), επηρεάζουν σημαίνοντα τη βιωσιμότητα των εστιατορίων που προσφέρουν προτάσεις υψηλού επιπέδου.
Το οικονομικό κλίμα στη Γερμανία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, παραμένει τεταμένο. Οι αυξήσεις τιμών σε πρώτες ύλες, ενέργεια και εργατικό δυναμικό έχουν αναδείξει την ανάγκη για εστιατόρια να προσαρμοστούν ή να κλείσουν τις πόρτες τους. Έχει παρατηρηθεί ότι οι ιδιοκτήτες προσπαθούν να απορροφήσουν το κόστος, αλλά όσο η κερδοφορία τους περιορίζεται, οι επιλογές στενεύουν.
Ο υψηλός ΦΠΑ, που ανέρχεται σήμερα στο 19%, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, συμβάλλει στη δυσκολία λειτουργίας των ακριβών εστιατορίων. Σε χώρες όπως η Ιταλία ή η Γαλλία, οι συντελεστές ΦΠΑ στον τομέα της εστίασης είναι σημαντικά χαμηλότεροι, γεγονός που επιτρέπει στους επιχειρηματίες να διατηρούν ανταγωνιστικές τιμές. Στο Βερολίνο, οι υψηλότερες τιμές είναι μια εκ των υστέρων αντίκτυποι της οικονομικής πίεσης, και πολλές επιχειρήσεις αναγκάζονται να αυξήσουν τις τιμές ή να περιορίσουν την ποιότητα των παροχών τους.
Ο πληθωρισμός, με τις επιπτώσεις που έχει στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, έχει αναδείξει μια νέα δυναμική. Οι πελάτες, που στο παρελθόν αναζητούσαν πολυτελείς εμπειρίες, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να δικαιολογήσουν τις υψηλές δαπάνες. Στην καρδιά αυτής της κρίσης βρίσκεται η μεταβαλλόμενη συμπεριφορά των καταναλωτών, οι οποίοι πλέον επιλέγουν να επενδύσουν σε πιο προσιτές και καθημερινές επιλογές εστίασης.
Πολλά από τα εστιατόρια που επιβιώνουν χώνονται σε ένα διαρκές κυνήγι για καινοτομία. Εξαιρετικά πιάτα προσπαθούν να συνοδευτούν με ελκυστικές εμπειρίες, αλλά η πρόσβαση σε υλικά υψηλής ποιότητας έχει γίνει μια πρόκληση. Σε πολλές περιπτώσεις, οι σεφ είναι αναγκασμένοι να αναθεωρήσουν τις συνταγές τους και να ενσωματώσουν τοπικά προϊόντα, τα οποία είναι πιο προσιτά και ευκολότερα διαθέσιμα, συχνά αποτελώντας καλή λύση αλλά και μια διαφορετική προσέγγιση στη γαστρονομία.
Πέρα από τα οικονομικά, οι συνεχιζόμενες προκλήσεις των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 έχουν αφήσει τους επαγγελματίες της εστίασης σε κατάσταση επαγρύπνησης. Οι περιορισμοί, οι προσαρμογές στους χώρους και οι νέες υγειονομικές κανονιστικές ρυθμίσεις έχουν αλλάξει ριζικά το τοπίο της εστίασης. Αυτές οι συνθήκες έχουν ωθήσει τους επιχειρηματίες να εστιάσουν περισσότερο στην εσωτερική διαχείριση και την αποτελεσματικότητα, ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Στάσεις, όπως οι “κουζίνες συνεργασίας” (cloud kitchens) και η αύξηση της εξ αποστάσεως παραγγελίας, μπαίνουν επίσης στο προσκήνιο στην προσπάθεια να διατηρηθεί η επιχείρηση ζωντανή. Τέτοιες πρωτοβουλίες μπορούν να προσφέρουν ευέλικτες και πιο προσιτές επιλογές στους καταναλωτές, αλλά και στον κλάδο της εστίασης που πλήττεται.
Συμφωνώντας με τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ακριβά εστιατόρια στο Βερολίνο είναι ενδεικτικές μιας μεγαλύτερης τάσης που μπορεί να παρατηρηθεί παγκοσμίως. Ο κόσμος της εστίασης, αν και βιώνει συμπιέσεις, διατηρεί την εφευρετικότητα του και την ικανότητα να προσαρμόζεται σε νέες συνθήκες. Ωστόσο, η προσαρμογή αυτή απαιτεί ευλυγισία, καινοτομία και αποφασιστικότητα, προκειμένου να παραμείνει ζωντανός και ανταγωνιστικός στον συνεχώς μεταβαλλόμενο γαστρονομικό χάρτη της πρωτεύουσας.