Στις αρχές του 7ου αιώνα, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση, επηρεασμένη από εσωτερικές αναταραχές και εξωτερικές απειλές, κυρίως από τους Πέρσες. Ήδη από το 602 μ.Χ., ο Φωκάς είχε προχωρήσει στην πρώτη βίαιη αλλαγή καθεστώτος στην ιστορία της Κωνσταντινούπολης, και κατά τη διάρκεια των οκτώ χρόνων της εξουσίας του, χαρακτηρίστηκε τύραννος και ένας από τους χειρότερους αυτοκράτορες.
Τα παραδοσιακά σύνορα της Αυτοκρατορίας άρχισαν να καταρρέουν, και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι αυτή ήταν η αρχή της παρακμής της. Την ίδια περίοδο, οι Σασσανίδες Πέρσες υπό την ηγεσία του Χοσρόη Β’ εξαπέλυσαν επιθέσεις κατά της Κωνσταντινούπολης, επιδιώκοντας να επεκτείνουν την αυτοκρατορία τους και εκμεταλλευόμενοι την εσωτερική αναστάτωση του Βυζαντίου. Μετά από λεηλασίες στη Συρία και τη Μικρά Ασία, οι Πέρσες έφτασαν μέχρι τη Χαλκηδόνα και το 611 κατέλαβαν την Αντιόχεια.
Η Άλωση της Ιερουσαλήμ και η σφαγή των Χριστιανών
Το 614, οι Πέρσες πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ και, μετά από 21 ημέρες, την κατέλαβαν, προχωρώντας σε λεηλασία και σφαγή του πληθυσμού. Με τη βοήθεια εξεγερμένων Εβραίων της Παλαιστίνης, οι Πέρσες ισοπέδωσαν την πόλη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, σχεδόν 70.000 άνθρωποι, κυρίως άμαχοι, έχασαν τη ζωή τους.
Ανάμεσα στις θηριωδίες των εισβολέων περιλαμβάνονταν η καταστροφή του Ναού του Πανάγιου Τάφου και η αρπαγή του Τιμίου Σταυρού, του ιερότερου κειμηλίου του Χριστιανισμού. Ο Τίμιος Σταυρός, όπως και χιλιάδες αιχμάλωτοι, μεταφέρθηκαν στην Περσία. Εκεί, η χριστιανή σύζυγος του Χοσρόη προσέφερε φιλοξενία στους αιχμαλώτους, και χάρη σε αυτήν ο Σταυρός διατηρήθηκε άθικτος.
Η Μάχη της Νινευή
Η αρπαγή του Τιμίου Σταυρού προκάλεσε έντονα συναισθήματα στους Βυζαντινούς, οι οποίοι, υπό την καθοδήγηση του πατριάρχη Σέργιου, ενίσχυσαν τον αυτοκράτορα Ηράκλειο στον αγώνα εναντίον των Περσών. Το 626, οι Βυζαντινοί κατάφεραν να αποκρούσουν κοινή επίθεση των Περσών και των Αβάρων κατά της Κωνσταντινούπολης, αποδίδοντας τη νίκη τους στη «Θεοτόκο στρατηγό» και αφιερώνοντας τον Ακάθιστο Ύμνο.
Η δεύτερη σημαντική φάση του πολέμου συνέβη τον Δεκέμβριο του 627 κοντά στα ερείπια της αρχαίας Νινευί, κοντά στη Μοσούλη του βόρειου Ιράκ. Ο Ηράκλειος, παρά τις αντίξοες συνθήκες, συγκέντρωσε το στρατό του και, με τη βοήθεια 40.000 Γκιοκτούρκων συμμάχων, εισέβαλε στην καρδιά της Περσικής επικράτειας. Ο περσικός στρατός φαινόταν αποδεκατισμένος, και ο Χοσρόης δεν είχε στη διάθεσή του τους καλύτερους στρατηγούς του.
Παρά την αποχώρηση των Γκιοκτούρκων λόγω κακών καιρικών συνθηκών, ο Ηράκλειος δεν οπισθοχώρησε. Στις 12 Δεκεμβρίου, έχοντας πληροφορίες για επικείμενες ενισχύσεις των Περσών, προχώρησε σε αιφνιδιαστική επίθεση. Στο αποκορύφωμα της μάχης, ο Πέρσης στρατηγός Ραζάτης προκάλεσε τον Ηράκλειο σε μονομαχία, ελπίζοντας να τρομάξει τους Βυζαντινούς. Ο Ηράκλειος, έμπειρος πολεμιστής, αποδέχθηκε την πρόκληση και, με μία κίνηση, αποκεφάλισε τον Ραζάτη, παίρνοντας την ασπίδα και τον χρυσό θώρακα του ως τρόπαια. Η ήττα του Ραζάτη κατέστρεψε τις ελπίδες των Περσών και οδήγησε στην ήττα τους.
Ο Ηράκλειος και ο Τίμιος Σταυρός
Μετά τη νίκη του Ηράκλειου, οι Πέρσες δέχτηκαν να υπογράψουν συνθήκη ειρήνης, και η αυτοκρατορία επανέκτησε τις ανατολικές της επαρχίες (Αίγυπτος, Μεσοποταμία, βόρεια Συρία). Αυτή η νίκη σήμανε το ουσιαστικό τέλος του πολέμου που είχε ξεκινήσει το 602, παρά τις προσπάθειες του Χοσρόη να συνεχίσει τις εχθροπραξίες. Οι Πέρσες, κουρασμένοι από τις συνεχείς ήττες, ανέτρεψαν τον Χοσρόη και ανέδειξαν τον γιο του Σιρόη στον θρόνο.
Με τη συνθήκη ειρήνης, ο Ηράκλειος επανέκτησε τον Τίμιο Σταυρό, το πιο ιερό σύμβολο της Χριστιανοσύνης, το οποίο μεταφέρθηκε από τους απελευθερωμένους Βυζαντινούς αιχμαλώτους. Ο λαός της Κωνσταντινούπολης υποδέχθηκε τον Ηράκλειο με μεγάλες τιμές όταν επέστρεψε το 629, φέρνοντας μαζί του τον Τίμιο Σταυρό, ο οποίος στη συνέχεια μεταφέρθηκε στα Ιεροσόλυμα στις 14 Σεπτεμβρίου 630.
Η περσική αυτοκρατορία δεν προκάλεσε ξανά σοβαρές ανησυχίες για τους Βυζαντινούς, καθώς σύντομα (μέχρι το 650) υποτάχθηκε στους Άραβες, οι οποίοι ίδρυσαν το χαλιφάτο τους. Ο Ηράκλειος ανέβηκε στον θρόνο το 610, μετά από εξέγερση κατά του Φωκά, και ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον ελληνικό τίτλο «βασιλεύς» αντί του «Καίσαρ». Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, τα Ελληνικά έγιναν η επίσημη γλώσσα της Αυτοκρατορίας, αντικαθιστώντας τα Λατινικά.
Ο Ηράκλειος εκτιμήθηκε τόσο από τη Δύση όσο και από τους Μωαμεθανούς. Παρέμεινε στον θρόνο μέχρι τον θάνατό του το 641, αν και η παρακμή της αυτοκρατορίας είχε αρχίσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα με την ιστορική ήττα από τους Άραβες στη Μάχη του Γιαρμούκ, που οδήγησε στην οριστική απώλεια της Συρίας και της Παλαιστίνης, τερματίζοντας την κυριαρχία της Αυτοκρατορίας στη Μέση Ανατολή για σχεδόν 1000 χρόνια!