Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας “Ο Δράκος”, ο Θανάσης Βέγγος παντρεύτηκε την Μίνα (Ασημίνα) Βέγγου, με την οποία παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Μαζί απέκτησαν δύο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη.
Ο γιος του Θανάση Βέγγου δήλωσε: «Τα χρόνια εκείνα ήταν πολύ όμορφα, αν και δεν βλέπαμε τον πατέρα όσο θα θέλαμε. Ήταν συνεχώς απασχολημένος με τις ταινίες, το θέατρο και τα προβλήματα της δουλειάς του. Ήταν γνωστό ότι είχε ιδρύσει μια εταιρεία παραγωγής ταινιών, κυρίως για να μπορεί να γυρίζει τις ταινίες που ήθελε, με τον δικό του τρόπο. Οι ταινίες του πατέρα ήταν πραγματικός κινηματογράφος. Για εκείνον, το σενάριο δεν ήταν το πιο σημαντικό. Ήταν απλώς η βάση για όλη τη διαδικασία της ταινίας, καθώς συχνά αυτοσχεδίαζε, όπως έκανε και ο Τσάρλι Τσάπλιν.»
Η αγάπη του Θανάση για τα εγγόνια του, τη Νίκη και τον Θανασάκη, ήταν απέραντη. «Κάθε φορά που άκουγε τα ονόματά τους, σχεδόν έκλαιγε. Λάτρευε τα δύο εγγόνια του και τίποτα δεν μπορούσε να επισκιάσει αυτή την αγάπη, ούτε καν τα μικροπροβλήματα υγείας του», πρόσθεσε.
Ο Θανάσης Βέγγος είχε μεγάλη αδυναμία στα εγγόνια του και πάντα ήθελε περισσότερα, ειδικά μια εγγονή. «Ο μικρός γιος μου έχει το όνομά του. Έτσι, έχει και έναν διάδοχο στο όνομα και μια εγγονή που την λατρεύει», είπε ο γιος του.
«Κοκκίνισε από τα χαστούκια»: Γι’ αυτό δεν ξαναμίλησαν ποτέ Βέγγος & Χατζηχρήστος, μαθεύτηκε η αιτία 65 χρόνια μετά
Ο Κώστας Χατζηχρήστος, με 186 ταινίες στο ενεργητικό του, έχει αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του στον ελληνικό κινηματογράφο. Οι ταινίες του συνεχίζουν να προκαλούν γέλιο και να αγαπιούνται από μικρούς και μεγάλους.
Κώστας Χατζηχρήστος: Η Ιστορία με τον Λοχαγό
Ο Κώστας Χατζηχρήστος, που είχε παντρευτεί πέντε φορές και είχε πολλές σχέσεις, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Πέτρου Γεωργιόπουλου, «Ο Χατζηχρήστος τα λέει όλα» (1991), είχε μεγάλη αγάπη για τον στρατό. Υπηρέτησε στο αλβανικό μέτωπο και έγινε ανθυπολοχαγός.
«Μου άρεσε ο στρατός, ήθελα να γίνω αξιωματικός και τελικά τα κατάφερα. Θυμάμαι ότι στη Σύρο γίνονταν οι ανθυπασπιστές και μετά στην Καβάλα οι ανθυπολοχαγοί. Αυτό έκανα κι εγώ και τελικά έγινα ανθυπολοχαγός. Εκεί με έπιασε και ο πόλεμος».
«Πήγα στην Αλβανία και υπέφερα πολύ, καθώς μετά το πρώτο δεκαπενθήμερο υπέστην κρυοπαγήματα, αλλά ευτυχώς ελαφριάς μορφής. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούσα να περπατήσω. Τότε με έστειλαν στα μετόπισθεν, μετά στο Πόγραδετς και μετά στην Κορυτσά. Εκεί στην Κορυτσά υπήρχε ένας λοχαγός που μισούσε τους νεαρούς αξιωματικούς. Μόλις με έβλεπε, μου έλεγε με ειρωνεία: “Ρε συ, τι θες εδώ; Εσύ με αυτά τα πόδια μέχρι πατινάζ κάνεις”».
Το Καφενείο και η Οχράνα
Ο Χατζηχρήστος, ενώ ήταν στο νοσοκομείο, παρακολουθούσε ένα καφενείο απέναντι όπου εργαζόταν η Οχράνα, μια όμορφη γυναίκα. «Δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από αυτό το καφενεδάκι, κυρίως λόγω της Οχράνα. Ήταν κούκλα. Σκεφτόμουν ότι αν τη στείλεις στο μέτωπο, θα αιχμαλωτίσει τρεις μεραρχίες Ιταλών. Έκλεψα δέκα μεταξωτές ιταλικές κουβέρτες και τις έδωσα στον αδελφό της Οχράνα. Έτσι γίναμε φίλοι και περνούσαμε καλά. Αλλά η Οχράνα μου είπε να κλέβω περισσότερες κουβέρτες γιατί έπρεπε να βγάζω και εγώ λεφτά».
Στην Αίγυπτο, όπου βρέθηκε με τον θίασο, ανακάλυψε το ουίσκι και η πρώτη του γυναίκα τον εγκατέλειψε για έναν γιατρό.
Τα Χαστούκια στον Βέγγο
Μια αξέχαστη σκηνή από την ταινία «Ηλίας του 16ου» περιλάμβανε χαστούκια στον Θανάση Βέγγο. «Θυμάμαι πόσο ταλαιπωρήθηκε ο Θανάσης εξαιτίας μιας σκηνής που έπρεπε να φάει ένα χαστούκι. Ο Θανάσης είναι εξαιρετικός ηθοποιός με μεγάλη επιμονή και υπομονή. Το πρόβλημα άρχισε όταν έπεσε το πρώτο χαστούκι και ο Βέγγος, από τη δύναμη, απομακρύνθηκε από την κάμερα. Ξαναρχίσαμε, αλλά πάλι έφυγε από τη μηχανή. Φαπ. Μανούλα! Κι έτσι, από την αρχή, φαπ. Μανούλα.
Περίμενε το συνεργείο και ο σκηνοθέτης Αλέκος Σακελλάριος να συνέλθει από το χαστούκι. Με τη συναίνεση του Βέγγου, τα χαστούκια έπρεπε να είναι αληθινά. Η ώρα περνούσε και η σκηνή δεν τελείωνε. Τελικά, μια φορά, ένα χαστούκι ήταν πετυχημένο… και οι δύο τους δεν ξαναμίλησαν ποτέ!
Η Ταινία που του Άλλαξε τη Ζωή
Ο Χατζηχρήστος δεν έζησε πλουσιοπάροχα και υπέστη οικονομικές ζημιές, κυρίως από την ταινία «Ο ταχυδρόμος προχωράει». «Έκανα μια ταινία με τον τίτλο “Ο ταχυδρόμος προχωράει” και καταστράφηκα οικονομικά. Πώς τα έτρωγα; Μη ρωτάτε. Πάντως, ένα είναι σίγουρο: δεν τα ‘φαγα μόνος μου. Πάντα με συνεργάτες, φίλους και γνωστούς. Τα περισσότερα λεφτά χαθήκανε σε θεατρικές και κινηματογραφικές δουλειές».
Είχε δηλώσει: «Δεν παίρνω ούτε μία δραχμή, παρόλο που οι ταινίες μου προβάλλονται συνεχώς. Έφτασε στο σημείο να παιχτούν τρεις ταινίες μου μαζεμένες μέσα σε μία εβδομάδα. Δεν ξέρω ποιοι είναι αυτοί που κερδίζουν, αλλά είναι άδικο για μένα. Ο κόσμος νομίζει ότι ο Χατζηχρήστος κονομάει χοντρά. Λάθος. Άλλοι κερδίζουν και όχι εγώ. Και γι’ αυτό εκφράζω παράπονο για αυτή τη μεταχείριση».
Κώστας Χατζηχρήστος: Η καριέρα που ξεκίνησε από τους Ναζί, οι δόξες, η αδικία, ο ξεπεσμός και το πικρό τέλος
Ο Κώστας Χατζηχρήστος υπήρξε Έλληνας ηθοποιός, από τους πιο σημαντικούς κωμικούς του παλιού ελληνικού κινηματογράφου.
Γεννήθηκε το 1921 στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς του προέρχονταν από την Κωνσταντινούπολη και, μετά τους τουρκικούς διωγμούς, εγκαταστάθηκαν πρώτα στην Καβάλα και έπειτα στη Θεσσαλονίκη.
Λίγο μετά τη γέννησή του, η πολύτεκνη οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Παγκρατίου.
Η καριέρα που ξεκίνησε από τους Ναζί
Ως το ενδέκατο παιδί προσφύγων από την Κωνσταντινούπολη, μετά από παρότρυνση της οικογένειάς του, μπήκε στη στρατιωτική σχολή της Σύρου. Εκεί τον βρήκε η ιταλική εισβολή το 1940 και βρέθηκε στο μέτωπο, συνεχίζοντας να μάχεται και κατά τη γερμανική εισβολή.
Για κάτι που έκανε κατά των Ναζί, θα βρεθεί κυνηγημένος και θα κρυφτεί σε θεατρική παράσταση, όχι ανάμεσα στους θεατές αλλά στη σκηνή, αυτοσχεδιάζοντας μέχρι να φύγουν οι Γερμανοί. Ο Κώστας Χατζηχρήστος ανακάλυψε ότι το ταλέντο του δεν ήταν για στρατώνες, αλλά για το θεατρικό σανίδι.
Τα πρώτα βήματα και ο… «Θύμιος»
Μετά το τέλος της κατοχής, ο Χατζηχρήστος άρχισε να κάνει τα πρώτα του βήματα στο θέατρο, αρχικά σε μπουλούκια, και γρήγορα υπηρετούσε στο βαριετέ του θρυλικού θεάτρου του Πειραιά «Μισούρι». Στο «Βερντέν» έκανε την πρώτη του μεγάλη επιτυχία στο ρόλο του βλάχου Θύμιου, που εμπνεύστηκε από τον αδελφό της συζύγου του.
Θα υπηρετήσει τον χαρακτήρα του «βλάχου» σχεδόν μέχρι το τέλος της καριέρας του και θα απογειωθεί όταν συστήσει το δικό του θίασο το 1952, συνεργαζόμενος με την Καίτη Ντιριντάουα και τον κωμικό Κούλη Στολίγκα.
Η πρώτη του εμφάνιση ήταν στον «Πύργο των Ιπποτών» το 1952, ενώ το 1955 θα παίξει σε τέσσερις ταινίες, μεταξύ των οποίων στην «Γκόλφω» και στον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας».
Η οικονομική καταστροφή του κωμικού
Παρά την τεράστια επιτυχία του, ο Χατζηχρήστος δεν παρέλειψε ποτέ το θέατρο. Το 1961 ίδρυσε το «Θέατρο Χατζηχρήστου», όπου αποθεώθηκε από πλήθη θαυμαστών, αλλά αυτό του έφερε και τις μεγαλύτερες στεναχώριες και οικονομικές καταστροφές.
Αδικημένος
Ο Κώστας Χατζηχρήστος αποτελεί παράδειγμα ηθοποιού με απίστευτο ταλέντο που αδικήθηκε από το ελληνικό σινεμά. Μόνο πέντε – δέκα καλές ταινίες γύρισε κυρίως την χρυσή πενταετία 1958-1963, ενώ γύρισε πολλές κακές ταινίες για να ξεπληρώσει τα χρέη του στο θέατρο.
Μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες του περιλαμβάνουν: «Τα Κωθώνια του Συντάγματος» (1956), «Οι Τρεις Ντετέκτιβ» (1957), «Γερακίνα» (1958), «Ο Ηλίας του 16ου» (1959) και πολλές άλλες.
Το πικρό τέλος
Ο Κώστας Χατζηχρήστος, μετά από στιγμές δόξας και μια ζωή γεμάτη γλέντια, κατέρρευσε όταν έχασε τη γυναίκα του Ελένη Πανταζή και το «Θέατρο Χατζηχρήστου».
«Ο θάνατος της τρίτης γυναίκας μου με κατέστρεψε. Άρχισα να πίνω χωρίς μέτρο. Ζούσα μόνο για να πίνω. Αρρώστησα και απομακρύνθηκα από τη θεατρική ζωή. Έπινα παρέα με τον σκύλο μου».
Η τελευταία του εμφάνιση ήταν στην επιθεώρηση «Ανδρέα προχώρα, σε θέλει άλλη χώρα».
Έφυγε από τη ζωή το πρωί της 3ης Οκτωβρίου 2001, σε ηλικία 80 ετών, μετά από νοσηλεία δύο μηνών σε νοσοκομείο λόγω λοίμωξης του αναπνευστικού.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ