Η επιστήμη βρίσκεται ακόμη στην αρχή της απογραφής των οργανισμών που ζουν στη Γη. Μέχρι σήμερα, έχουν περιγραφεί επίσημα από δύο έως τέσσερα εκατομμύρια είδη. Ωστόσο, ακόμα και οι πιο συντηρητικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο πραγματικός αριθμός πρέπει να είναι τουλάχιστον οκτώ εκατομμύρια, χωρίς να υπολογίζονται τα βακτήρια και άλλοι μονοκύτταροι οργανισμοί.
Μια σχετικά νέα τεχνική που αναμένεται να επιταχύνει τις ανακαλύψεις είναι η μέθοδος του «περιβαλλοντικού DNA» ή «eDNA». Αυτή η τεχνική επιτρέπει την αναγνώριση νέων ειδών μέσω των γενετικών ιχνών που αφήνουν στο περιβάλλον τους.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη ανακάλυψη δεκάδων νέων ειδών μύγας στη Νορβηγία. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δίχτυα για να συλλέξουν έντομα σε 37 διαφορετικές τοποθεσίες, τέσσερις φορές το χρόνο, συγκεντρώνοντας συνολικά 31.800 δείγματα DNA.
Από αυτά τα δείγματα, αναγνωρίστηκαν 549 μύγες της οικογένειας Phoridae, εκ των οποίων τα 175 είδη ήταν μέχρι τώρα άγνωστα, όπως αναφέρει η ομάδα στην επιθεώρηση BMC Biology.
Τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από κάθε περιοχή δειγματοληψίας έδωσαν στους ερευνητές τη δυνατότητα να αντλήσουν πληροφορίες για τις συνήθειες και τις προτιμήσεις κάθε είδους. «Παρατηρούμε ότι η αφθονία διαφορετικών ειδών της οικογένειας Phoridae επηρεάζεται από κλιματικούς παράγοντες», εξήγησε η Έμιλι Χάρτοπ από το Νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας, επικεφαλής της μελέτης.
«Για παράδειγμα, το 29% των ειδών αντιδρούν θετικά στην αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, ενώ το 18% αντιδρά αρνητικά», πρόσθεσε.
Πολλές προηγούμενες μελέτες έχουν εφαρμόσει την ίδια τεχνική για να ανακαλύψουν νέα είδη μέσω DNA που απομονώνεται από το έδαφος, το νερό και ακόμη και τον αέρα. Αυτή η μέθοδος αποδεικνύεται πολύτιμη για τους βιολόγους, ειδικά στη μελέτη της βιοποικιλότητας σε δυσπρόσιτα περιβάλλοντα.