Ανησυχητικά είναι τα αποτελέσματα της πρόσφατης έρευνας του ΟΟΣΑ σχετικά με τις δεξιότητες των ενηλίκων, η οποία διεξάγεται σχεδόν κάθε δέκα χρόνια και φέτος περιλαμβάνει 31 χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου. Ο εγγραματισμός των ενηλίκων στον δυτικό κόσμο όχι μόνο δεν παρουσιάζει βελτίωση, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο επιδεινώνεται. Σχεδόν το 20% των ενηλίκων στις αναπτυγμένες χώρες έχει ικανότητες ανάγνωσης, γραφής και απλών μαθηματικών που ισοδυναμούν ή είναι χειρότερες από αυτές ενός μαθητή πέμπτης δημοτικού. Στην Ελλάδα, τα αντίστοιχα ποσοστά σε παλαιότερη έρευνα ξεπερνούσαν το 26%.
Η έρευνα με τίτλο «Adult Skills» αποσκοπεί στην αξιολόγηση των δεξιοτήτων ενηλίκων και νέων ατόμων σε εργάσιμη ηλικία (16-65 ετών) σε τρεις βασικούς τομείς: Εγγραματισμός (literacy), αριθμητικός εγγραματισμός (numeracy) και ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, ειδικά σε περιβάλλοντα που απαιτούν τη χρήση τεχνολογίας. Ο αλφαβητισμός περιλαμβάνει τις ικανότητες ανάγνωσης και γραφής, καθώς και την κατανόηση και ερμηνεία του γραπτού και προφορικού λόγου. Ο αριθμητικός αλφαβητισμός σχετίζεται με την ικανότητα εκτέλεσης απλών αριθμητικών πράξεων και την κατανόηση μαθηματικών εννοιών στην καθημερινή ζωή.
Ο κύριος στόχος της έρευνας είναι να δείξει πώς οι ενήλικες αξιοποιούν τις γνώσεις τους στην αγορά εργασίας, στην κοινωνία και στην πολιτική ζωή. Με βάση τα ευρήματα, η έρευνα παρέχει αξιόπιστα δεδομένα στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για την εργασία και την εκπαίδευση.
Η θέση της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ
Η Ελλάδα συμμετείχε στον προηγούμενο γύρο της έρευνας το 2015, με τα αποτελέσματα να δημοσιεύονται το 2019, αλλά δεν περιλαμβάνεται στην τρέχουσα έκδοση.
Ωστόσο, οι παρατηρήσεις στην πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές. Παρά την αύξηση του μορφωτικού επιπέδου του εργατικού δυναμικού, το οποίο αποτελεί πλεονέκτημα για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, τα ποσοστά ενηλίκων με χαμηλές δεξιότητες είναι σημαντικά υψηλότερα από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.
Συγκεκριμένα, πάνω από το 26,5% των ενηλίκων στην Ελλάδα ανήκει στην κατώτερη κατηγορία αλφαβητισμού, συγκριτικά με 18,9% στον ΟΟΣΑ. Ακόμα χειρότερες είναι οι επιδόσεις στον αριθμητικό εγγραματισμό, καθώς σχεδόν το 28,5% των ενηλίκων «σκοράρει» στη βάση ή κάτω από αυτήν.
Επιπλέον, υπάρχει υστέρηση στην αξιοποίηση των γνώσεων των εργαζομένων, με υψηλό βαθμό αναντιστοιχίας δεξιοτήτων. Οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα τείνουν να βασίζονται σε χαμηλές δεξιότητες και σε λιγότερες υπηρεσίες έντασης γνώσης σε σύγκριση με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι νέοι να απασχολούνται σε θέσεις που δεν αξιοποιούν τα προσόντα τους, με συνέπεια το φαινόμενο του brain drain.
Μήπως χαζεύουμε;
Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη ούτε στις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες. Από τις 31 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα του ΟΟΣΑ, μόνο η Φινλανδία και η Δανία παρουσίασαν σημαντική βελτίωση στον εγγραματισμό. Στις περισσότερες χώρες, τα ποσοστά παρέμειναν στάσιμα ή χειροτέρεψαν. Ακόμα και στον τομέα του αριθμητικού εγγραματισμού, μόνο οχτώ χώρες σημείωσαν βελτίωση, με κορυφαίες τη Φινλανδία και τη Σιγκαπούρη, ενώ σε 11 χώρες η κατάσταση επιδεινώθηκε.
Ανησυχητική είναι η διεύρυνση του χάσματος δεξιοτήτων, καθώς η επιδείνωση είναι πιο έντονη στα λιγότερο μορφωμένα τμήματα του πληθυσμού, εντείνοντας τις ανισότητες και δημιουργώντας «ενήλικες πολλών ταχυτήτων».
Ξεχάσαμε να διαβάζουμε
«Μήπως οι ενήλικες ξεχνάμε πώς να διαβάζουμε;» αναρωτιέται ο Economist, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας. Σημειώνεται ότι πάνω από το 20% των ατόμων ηλικίας 16 έως 65 ετών δεν επιτυγχάνει καλύτερες επιδόσεις στα τεστ μαθηματικών και ανάγνωσης από αυτές που θα αναμένονταν από έναν μαθητή πέμπτης δημοτικού.
Ενώ χώρες όπως η Φινλανδία, η Ολλανδία, η Νορβηγία και η Ιαπωνία δείχνουν επιδόσεις ανώτερες του μέσου όρου, οι περισσότερες χώρες δεν έχουν λόγους να είναι ικανοποιημένες. Η γενική εικόνα δείχνει επιδείνωση των βασικών δεξιοτήτων, παρά την αύξηση του ποσοστού των πτυχιούχων.
Μία πιθανή εξήγηση είναι η αύξηση της μετανάστευσης και της κινητικότητας του πληθυσμού, καθώς οι ενήλικες που δεν είναι «φυσικοί ομιλητές» μιας γλώσσας συνήθως αποτυγχάνουν σε γλωσσικά τεστ. Επίσης, η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να είναι παράγοντας, καθώς οι ικανότητες κορυφώνονται περίπου στα 30 έτη. Ωστόσο, αυτοί οι παράγοντες δεν επαρκούν για να δικαιολογήσουν την πτωτική πορεία, ειδικά στη γλωσσική επάρκεια. Ο Andreas Schleicher, επικεφαλής εκπαίδευσης και δεξιοτήτων στον ΟΟΣΑ, υποστηρίζει ότι οι ενήλικες ασκούνται λιγότερο στην ανάγνωση μεγάλων και πολύπλοκων κειμένων σε σύγκριση με το παρελθόν.
Δείτε ολόκληρη την έρευνα του ΟΟΣΑ εδώ.