«Καλώς τον κύριο συνάδελφο» μου έλεγε ο Επίτιμος κάθε φορά που με υποδεχόταν στο γραφείο του, για να συζητήσουμε τα «νέα» μας, αυτά που δεν λέγονται ούτε γράφονται δημόσια…
Στη διάρκεια της πρώτης μας συνάντησης στο πρωθυπουργικό γραφείο της Βουλής, παρουσία του Διονύση Χατζηδάκη, μου εξήγησε ότι με αποκαλεί «συνάδελφο» επειδή και ο ίδιος είναι ρεπόρτερ στον «Κήρυκα Χανίων».
Η αγάπη του για το ρεπορτάζ χωρίς περιορισμούς ήταν πάντα εμφανής. Τον ενθουσίαζε η ελευθερία του ρεπόρτερ να εισέρχεται παντού και να επικοινωνεί με όλες τις πλευρές. Γι’ αυτό, ενθάρρυνε τους συνεργάτες του να λειτουργούν ως ρεπόρτερ, διατηρώντας ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, όχι μόνο με τους αντιπάλους αλλά και με τις εχθρικές πλευρές.
Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της εσωκομματικής αντιπαλότητας με τον Έβερτ, ζητούσε από τους συνεργάτες του να συνομιλούν με την αντίπαλη πλευρά, καθώς και με μέλη του ΠΑΣΟΚ, ώστε να έχει μια πλήρη εικόνα της πολιτικής κατάστασης.
Όταν οι Γρυλάκης και οι ερασιτέχνες πληροφοριοδότες πήγαιναν στον Μητσοτάκη και του ανέφεραν ότι κάποιος βουλευτής του είχε εντοπιστεί να συνομιλεί με μέλος της ομάδας του Έβερτ, τον καλούσε στο γραφείο του, όχι για να τον επιπλήξει, αλλά για να τον ενθαρρύνει να συνεχίσει τις επαφές με την άλλη πλευρά, ώστε να αποκτά πληροφορίες και να του τις μεταφέρει άμεσα.
– Γιατί το έκανε αυτό ο Μητσοτάκης; Προφανώς, γιατί δεν ένιωθε ανασφάλεια και δεν θεωρούσε τις κοινωνικές επαφές ως απειλή. Αντίθετα, τις εκτιμούσε και τις υποστήριζε…
Αυτό είναι ένα ιδιαίτερο προσόν για έναν ηγέτη. Το ερώτημα είναι αν αυτό το προσόν μπορεί να κληρονομηθεί από τους φυσικούς του απογόνους…