Η απόκτηση των μαχητικών EF-2000 Typhoon (Eurofighters) από την Τουρκία είναι ένα κρίσιμο θέμα, καθώς έχει άμεσο αντίκτυπο στην αεροπορική και στρατιωτική ισχύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Αν και δεν σηματοδοτεί το τέλος του κόσμου, θα ήταν σοβαρό λάθος να υποτιμηθεί.
Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Η ενσωμάτωσή των Typhoon στην τουρκική αεροπορία αυξάνει την τουρκική απειλή, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να αλλάξει δραματικά την ισορροπία δυνάμεων, υπό τρεις προϋποθέσεις:
- Η στρατηγική αναβάθμισης της ελληνικής αεροπορικής δύναμης θα εφαρμοστεί σύμφωνα με τα ανακοινωθέντα σχέδια,
- Θα προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός των 38 F-16 Block 50 σε επίπεδο Viper, και
- Η προμήθεια αντικαταστατών για τα F-16 Block 30 και Mirage 2000-5 Mk. 2, που θα αποσυρθούν, θα έχει προηγουμένως οργανωθεί, ακόμη και σε μικρότερο αριθμό.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, η εξοπλιστική αναβάθμιση των ελληνικών μαχητικών με σύγχρονα και αποδοτικά όπλα, η ενίσχυση της τακτικής επίγνωσης και η υιοθέτηση κατάλληλων τακτικών και τεχνικών είναι η αποδεδειγμένη συνταγή για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νέας απειλής, εφόσον αυτή υλοποιηθεί.
Η εισαγωγή ενός νέου και πιο σύγχρονου τύπου μαχητικού προσθέτει μια ποιοτική διάσταση που δεν μπορεί να παραβλεφθεί, ανεξαρτήτως αν οι επιδόσεις του συγκριθούν με εκείνες των Rafale F3-R που ήδη χρησιμοποιεί η Πολεμική Αεροπορία ή των F-35A Lightning II που θα εισέλθουν σε υπηρεσία από το 2031. Εφόσον η συμφωνία για την προμήθεια των Typhoon με τις τέσσερις χώρες της κοινοπραξίας (Βρετανία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία) επισημοποιηθεί, η ταχύτητα των παραδόσεων σε σύγκριση με τις παραδόσεις των F-35A και ενδεχόμενη προμήθεια επιπλέον Rafale μπορεί να προσθέσουν και ποσοτική διάσταση.
Προς το παρόν, οι ετήσιοι ρυθμοί παραγωγής των EF-2000 και Rafale είναι παρόμοιοι, με περίπου δύο μαχητικά τον μήνα. Ωστόσο, για το Rafale σχεδιάζεται αύξηση της παραγωγής σε τρία μαχητικά τον μήνα. Σύμφωνα με πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», η γαλλική πλευρά έχει ενημερώσει ανεπίσημα την ελληνική ότι σε περίπτωση παραγγελίας για επιπλέον Rafale, η αναμονή μπορεί να φτάσει τουλάχιστον τα έξι χρόνια, αν και θα εξεταστεί η δυνατότητα παράδοσης κάποιων μαχητικών την πρώτη διετία – τριετία.
Η Τουρκία φέρεται να επιδιώκει την προμήθεια 40 EF-2000, τα οποία, αν είναι νέα κατασκευή, θα ανήκουν στην πιο προηγμένη έκδοση Tranche 4, που έχει παραγγελθεί από Γερμανία (38 μαχητικά), Ισπανία (20 μαχητικά) και Ιταλία (24 μαχητικά).
Επιπλέον, υπάρχει η πιθανότητα η Τουρκία να προμηθευτεί ως ενδιάμεση λύση μαχητικά που ήδη χρησιμοποιούνται από άλλους χρήστες, με το Κατάρ να θεωρείται η πιο πιθανή πηγή, λόγω των στενών διπλωματικών και στρατιωτικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Σημειώνεται ότι η αεροπορία του Κατάρ διαθέτει 36 F-15QA, 24 EF-2000 και 36 Rafale.
Η έκδοση των EF-2000 που θα αποκτήσει η Τουρκία, καθώς και τα χαρακτηριστικά της πλατφόρμας, όπως οι ισχυρότεροι κινητήρες σε σύγκριση με το Rafale, προσφέρουν μεγαλύτερη ευελιξία σε υψηλές ταχύτητες και ύψη πτήσης. Ωστόσο, τα όπλα που θα εξοπλίσουν τα τουρκικά μαχητικά είναι επίσης σημαντική παράμετρος. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Τουρκία θα επιδιώξει την προμήθεια του κατευθυνόμενου βλήματος Meteor, μέγιστου βεληνεκούς 200 χλμ., που παράγεται από κοινοπραξία έξι χωρών (Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Σουηδία), γεγονός που απαιτεί τη συγκατάθεση των κυβερνήσεων αυτών για την εξαγωγή του.
Εναλλακτική επιλογή είναι το αμερικανικής κατασκευής κατευθυνόμενο βλήμα AIM-120D AMRAAM, με εκτιμώμενο μέγιστο βεληνεκές περίπου 180 χλμ. Η προηγούμενη έκδοση του, AIM-120C-8, εξοπλίζει ήδη το Typhoon. Ωστόσο, η εξαγωγή του υπόκειται στην έγκριση της αμερικανικής κυβέρνησης.
Η κοινή λογική υποδεικνύει ότι η Άγκυρα δεν διαπραγματεύεται μόνο την πώληση της πλατφόρμας, αλλά και την προμήθεια των όπλων και συστημάτων που θεωρεί απαραίτητα για να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι της ελληνικής απειλής. Αυτό ίσως εξηγεί γιατί οι διαπραγματεύσεις με τις τέσσερις χώρες-μέλη της κοινοπραξίας προχωρούν αργά.
Ανατολίτικο παζάρι σε δυτική τροχιά
Μια ενδιαφέρουσα διάσταση της προμήθειας των Typhoon από την Τουρκία είναι η βιομηχανική. Με βάση την τουρκική συμπεριφορά, είναι πιθανό ότι μια μεγάλη παραγγελία θα χρησιμοποιηθεί ως μοχλός για στήριξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και για διεκδίκηση ανταλλαγμάτων σε βιομηχανικό και πολιτικό επίπεδο.
Είναι πιθανό ότι στην Τουρκία δεν θα προσφερθεί σημαντικός όγκος εργασιών στο πλαίσιο του EF-2000, αλλά σε άλλους τομείς της αεροδιαστημικής τεχνολογίας, όπως η πολιτική αεροπορία. Η Turkish Airlines έχει παραγγείλει περίπου 250 επιβατηγά αεροσκάφη της Airbus, και περίπου το 60% του ήδη λειτουργούντος στόλου της είναι κατασκευής της ίδιας εταιρίας.
Εάν οι γερμανικές αντιρρήσεις για την πώληση των Typhoon στην Τουρκία αρθούν, και δεδομένης της συμφωνίας των υπολοίπων τριών εταίρων (Ισπανία, Ιταλία, Βρετανία), θα πρόκειται για σημαντική κίνηση που εντάσσεται στην προσπάθεια της Δύσης να διατηρήσει την Τουρκία σε δυτική τροχιά. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι η πρόσβαση στην Άγκυρα δεν θα χαθεί ολοκληρωτικά, καθώς οι πιθανότητες αλλαγής της τουρκικής «πολιτικής μη αποκλειστικής προσκόλλησης» και στροφής προς τον «ευρασιανισμό» είναι ελάχιστες. Αν κάτι τέτοιο συμβεί, θα είναι μια εξέλιξη που πρέπει να αξιολογηθεί σοβαρά από την ελληνική πλευρά.
Η εισαγωγή ενός νέου τύπου μαχητικού, διαφορετικής φιλοσοφίας από τα περισσότερα που χρησιμοποιεί η Τουρκία, μπορεί να έχει και «θετικές» πτυχές για την Ελλάδα. Η πλήρης αξιοποίηση ενός νέου οπλικού συστήματος και η δημιουργία μιας δεύτερης υποδομής εκπαίδευσης και συντήρησης απαιτούν χρόνο και κόστος.
Πρακτικά, αυτό αντικατοπτρίζει τη λειτουργική πραγματικότητα που βιώνει η ελληνική Πολεμική Αεροπορία εδώ και 50 χρόνια, με τη χρήση μαχητικών από δύο προμηθευτές, τις ΗΠΑ και τη Γαλλία. Σε σύγκριση με τα προηγούμενης γενιάς μαχητικά, η τεχνολογία των 4,5 γενιάς μαχητικών όπως το Rafale και το EF-2000 έχει μειώσει την ανάγκη για εκτενή υποστήριξη και συντήρηση, ελαχιστοποιώντας το αποτύπωμα της απαιτούμενης υποδομής.
*πηγή: εφημερίδα «κυριακάτικη δημοκρατία»