Στο YouTube, παρακολουθούμε καθημερινά προτεινόμενα βίντεο που προκαλούν τρόμο, όπως «Πήγα στο πιο σκοτεινό σημείο του Πειραιά» ή «Έφαγα σουβλάκι παρέα με αρουραίους». Αυτά τα concept αποτυπώνουν μια ανείπωτη μιζέρια σε γνωστές τοποθεσίες, όπου όλοι έχουμε περπατήσει.
Η δημοφιλία αυτής της τάσης στο ελληνικό YouTube εστιάζει στη «σκοτεινή πλευρά της πόλης», μακριά από ξενοδοχεία και τουρίστες, σε περιοχές που δεν συναντάμε συχνά. Αυτές οι βόλτες μας φέρνουν σε επαφή με ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, ανέχειας και καταχρήσεων.
Η αισθητική αυτών των βίντεο, συχνά ντοκιμαντερίστικη, περιλαμβάνει drones που καταγράφουν σκηνές αποσύνθεσης στο κέντρο της Αθήνας, δίπλα σε μικρές οάσεις gentrification και τουρίστες που σέρνουν τις βαλίτσες τους με νευρικότητα.
Ωστόσο, πολλές φορές τα βίντεο αυτά θυμίζουν τις παλιές κόντρες των ριάλιτι εκπομπών του Ανδρέα Μικρούτσικου, με τις ίδιες δραματικές ανατροπές, αλλά σε ένα πιο «δρομικό» πλαίσιο. Άλλες φορές, η επιτηδευμένη προσέγγιση μοιάζει περισσότερο με σκετσάκι από «Οικογενειακές Ιστορίες» παρά με ντοκιμαντέρ δρόμου.
Το αποτέλεσμα αυτών των βίντεο είναι η δημιουργία εντυπώσεων και η διέγερση των πιο ξενοφοβικών ενστίκτων του κοινού. Συχνά συνοδεύονται από καφενειακή πολιτικολογία, με σχόλια όπως «Αθήνα, πώς σε καταντήσανε έτσι», και memes που αναπολούν καλύτερες εποχές, όπως το 1967, όταν «όλα ήταν αλλιώς».
Είναι λοιπόν κακό αυτό; Και για ποιον; Η ερώτηση που προκύπτει είναι «τι είναι τελικά κακό και τι καλό στο YouTube», σε μια πλατφόρμα όπου η επιδίωξη των followers δικαιολογεί κάθε μέσο.
Η επιλογή είναι θέμα προσωπικών προτιμήσεων. Κάποιοι απολαμβάνουν την ενορχηστρωμένη μιζέρια, ενώ άλλοι κάνουν ότι τρομάζουν για 20 ευρώ. Delulu is the solulu?