Πώς μπορείς να αντιπαρατεθείς (πολιτικά) σε έναν αντίπαλο που απειλεί τη δημοκρατία και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, όταν αυτός έχει γίνει στόχος βίας και συνεχώς υποστηρίζει ότι η ρητορική της αντιπροσωπείας του άλλου στρατοπέδου προκαλεί αυτή τη βία; Αυτός είναι ο περίπλοκος γρίφος που καλείται να λύσει η ομάδα της Κάμαλα Χάρις στις ΗΠΑ, μετά τη δεύτερη, φαινομενικά, απόπειρα δολοφονίας του Ντόναλντ Τραμπ.
Ειδικοί προειδοποιούν ότι η αυξανόμενη πολιτική πόλωση και η τοξική ρητορική δοκιμάζουν τη συνοχή του έθνους.
Πράγματι, κάποιοι πιστεύουν ότι οι ανησυχίες των Δημοκρατικών μπορεί να είναι βραχύβιες. Ο Κρεγκ Γκρίνσμπεργκ, δήμαρχος του Λούισβιλ στο Κεντάκι και στόχος απόπειρας δολοφονίας πριν από δύο χρόνια, δήλωσε στο Politico: «Το πιο εκπληκτικό είναι πόσο γρήγορα οι άνθρωποι προχωρούν παρακάτω».
Από την άλλη πλευρά, άλλοι συμμερίζονται τις ανησυχίες που εξέφρασε το Axios: «Μια τέλεια καταιγίδα έχει δημιουργηθεί εδώ και χρόνια στις ΗΠΑ, τροφοδοτούμενη από την ακραία πόλωση, την άρνηση των εκλογικών αποτελεσμάτων, την πολιτική βία, τις ιστορικές διώξεις και την αχαλίνωτη παραπληροφόρηση. Το χάος θα είναι αναπόφευκτο τον Νοέμβριο».
Η πολιτική βία στην αμερικανική ιστορία
Η πολιτική βία έχει επηρεάσει πολλές φορές την αμερικανική ιστορία. Οι δολοφονίες του Αβραάμ Λίνκολν το 1865, του Τζέιμς Γκάρφιλντ το 1881 και του Ουίλιαμ Μακίνλεϊ το 1901 οδήγησαν στην ανάθεση της προστασίας του προεδρικού αξιώματος στη Secret Service. Η δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι το 1963 συγκλόνισε το έθνος και οδήγησε σε ακόμα αυστηρότερα μέτρα ασφαλείας γύρω από τον πρόεδρο.
Ωστόσο, ο Τζέραλντ Φορντ έγινε στόχος δύο αποτυχημένων δολοφονιών το 1975 μέσα σε 18 ημέρες, ενώ ο Ρόναλντ Ρίγκαν τραυματίστηκε σοβαρά το 1981. Σχεδόν κάθε σύγχρονος πρόεδρος έχει βρεθεί στο στόχαστρο. Παρά τις προσπάθειες της Secret Service, λίγες από αυτές τις απόπειρες κατέληξαν σε σοβαρούς τραυματισμούς, όπως η περίπτωση του Τραμπ τον Ιούλιο.
Ειδικοί σε θέματα ασφαλείας προειδοποιούν ότι η αυξανόμενη πολιτική πόλωση και η τοξική ρητορική, που τροφοδοτούνται από ξένους αντιπάλους και ενισχύονται από τα κοινωνικά δίκτυα, θέτουν σε δοκιμασία την ικανότητα του έθνους να προστατεύσει τους υποψηφίους και τους θεσμούς του.
«Ένα επικίνδυνο περιβάλλον απειλών»
«Οι προεδρικές εκλογές του 2024 διεξάγονται σε μια περίοδο κατά την οποία οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν το πιο περίπλοκο και επικίνδυνο περιβάλλον απειλών που έχω βιώσει στα 40 χρόνια της καριέρας μου», αναφέρει ο Τζον Κοέν, πρώην ανώτερος αξιωματούχος των υπηρεσιών πληροφοριών και της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας.
Αρκεί να σκεφτούμε την πορεία ακροδεξιών στο Σάρλοτσβιλ της Βιρτζίνια, που οδήγησε στον θάνατο μιας ακτιβίστριας υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων, την εισβολή φιλοτραμπικών στο Καπιτώλιο, και την επίθεση με σφυρί κατά του συζύγου της πρώην προεδρεύουσας της Βουλής Νάνσι Πελόζι, για να κατανοήσουμε ότι ο κίνδυνος και η αστάθεια έχουν γίνει πλέον χαρακτηριστικά της αμερικανικής πολιτικής ζωής.
Η κανονικοποίηση της βίας δεν γνωρίζει κομματικά όρια. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Σικάγο, η βία κατά του Τραμπ υποστηρίζεται από περισσότερους (10% των ενηλίκων) σε σύγκριση με τη βία υπέρ του (6,9%).
Ωστόσο, μόνο το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα ενθαρρύνει ενεργά την ένταση. Ο Τραμπ έχει προωθήσει τον τραμπουκισμό στις συγκεντρώσεις του, έχει χλευάσει την Πελόζι για την επίθεση με το σφυρί, και έχει προτείνει βίαιες λύσεις για διάφορα ζητήματα, όπως η εκτέλεση στρατηγών που δεν υπακούν.
Όπως σημειώνει ο Ντέιβιντ Σμιθ στην «Guardian», «όλα αυτά προκαλούν ανησυχία σε κάθε ευαισθητοποιημένο πολίτη ενόψει των επερχόμενων εκλογών και του τι μπορεί να ακολουθήσει σε μια χώρα με περισσότερα όπλα από ανθρώπους».