Η συμφωνία της κυβέρνησης της Τζόρτζια Μελόνι με την αλβανική κυβέρνηση για τη μεταφορά αιτούντων άσυλο σε κέντρα στη Βόρεια Αλβανία αποδεικνύεται νομικά αμφισβητήσιμη και οικονομικά εξαιρετικά δαπανηρή, καθώς φαίνεται να καταρρέει.
Στα δύο κλειστά κέντρα που έχει δημιουργήσει η ιταλική ακροδεξιά κυβέρνηση, στο Σεντζίν και στο Γκιαντέρ, δεν έχει παραμείνει ούτε ένας μετανάστης εδώ και αρκετό καιρό. Από τις 11 Οκτωβρίου, μόλις 24 άτομα μεταφέρθηκαν εκεί, αλλά όλοι τους επέστρεψαν άμεσα στην Ιταλία με δικαστική απόφαση.
Από τότε, οι μόνοι που παραμένουν στα κέντρα είναι επτά υπάλληλοι της Medihospes, ενός συνεταιρισμού που διαχειρίζεται κοινωνικές και υγειονομικές υπηρεσίες, οι οποίοι απασχολούνται σε διοικητικά πόστα. Οι αστυνομικοί και οι κοινωνικοί λειτουργοί που εργάζονται εκεί έχουν μειωθεί σημαντικά.
Το Ιταλικό Υπουργείο Εσωτερικών επιμένει ότι τα κέντρα παραμένουν ανοιχτά και υπό εποπτεία. Ωστόσο, η κατάσταση έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις, με τον γραμματέα του κεντρώου κόμματος Più Europa, Ρικάρντο Μάγκι, να σχολιάζει με σαρκασμό ότι η κυβέρνηση έχει πετύχει στην επιχείρηση επαναπατρισμού, όχι των μεταναστών, αλλά των υπαλλήλων που είχαν σταλεί στην Αλβανία.
«Μια αποτυχία που είναι ευτυχώς εμφανής».
Ο Μάγκι υπογράμμισε ότι από το άνοιγμα των κέντρων, έχουν αποβιβαστεί περίπου 6.000 μετανάστες στην Ιταλία και αν οι δικαστές δεν είχαν εφαρμόσει τους νόμους, θα υπήρχαν μόλις 18 στην Αλβανία.
Δικαστήρια από τη Ρώμη μέχρι την Κατάνια έχουν κρίνει παράνομη την κράτηση μεταναστών στην Αλβανία, εγείροντας αμφιβολίες και αντιρρήσεις για την εφαρμογή του κυβερνητικού διατάγματος περί «ασφαλών χωρών» όπου μπορούν να γίνουν επαναπατρισμοί και απελάσεις.
Η δικαστική αυτή αντίσταση βασίζεται σε πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ, που ορίζει ότι μια τρίτη χώρα μπορεί να χαρακτηριστεί «ασφαλής» μόνο εάν αυτό ισχύει σε ολόκληρη την επικράτειά της. Η κυβέρνηση της Ιταλίας έχει ανοίξει μέτωπο με τους δικαστές, χαρακτηρίζοντάς τους «πολιτικοποιημένους», και το θέμα έχει φτάσει μέχρι το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας.
Σφοδρές Κριτικές κατά της Τζόρτζια Μελόνι
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει αν οι δικαστές έχουν δικαίωμα να αξιολογούν αν μια χώρα είναι «ασφαλής». Στη Βουλή, η κυβερνητική πλειοψηφία προωθεί τροπολογίες σχετικά με την κράτηση μεταναστών, που αφαιρούν την αρμοδιότητα από τα δικαστήρια και την αναθέτουν σε εφετεία.
Η σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και δικαστών είναι πλέον ανοιχτή. Σχεδόν ομόφωνα, τα κεντροαριστερά κόμματα της αντιπολίτευσης καταγγέλλουν την κυβέρνηση της Μελόνι για δημοκρατική εκτροπή και σπατάλη δημοσίου χρήματος. Ο Φιλιμπέρτο Τζαράτι, βουλευτής της Συμμαχίας Πρασίνων και Αριστεράς, ανέφερε ότι η κυβέρνηση πρέπει να λογοδοτήσει για τα χρήματα που σπαταλήθηκαν και τη διεθνή ντροπή που έχει προκαλέσει.
Ο πρώην πρωθυπουργός και νυν ηγέτης του κόμματος Italia Viva, Ματέο Ρέντσι, χαρακτήρισε την Τζόρτζια Μελόνι υπεύθυνη για σπατάλη πόρων και τόνισε ότι η συμφωνία για τη λειτουργία των κλειστών κέντρων στην Αλβανία κοστίζει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε πενταετή βάση, εγείροντας ανησυχίες εν μέσω λιτότητας και υποχρηματοδότησης δημόσιων υπηρεσιών.
Αυτή η κατάσταση έρχεται σε αντίθεση με την αναθεώρηση των ρυθμών ανάπτυξης, οι οποίοι έχουν μειωθεί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη κινήσει διαδικασία για υπερβολικό έλλειμμα κατά της Ιταλίας, της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης.
Πολιτικές Εξελίξεις
Μέσα σε κλίμα εντάσεων, οι πολιτικές ζυμώσεις εντείνονται στον κυβερνητικό συνασπισμό Ακροδεξιάς-Κεντροδεξιάς, καθώς η Φόρτσα Ιτάλια καταψήφισε πρόσφατα τροπολογία της Λέγκα. Στον ευρύτερο χώρο της αριστερής αντιπολίτευσης, η προσπάθεια για τη συγκρότηση ενός προοδευτικού μετώπου εντείνεται.
Η τελευταία εξέλιξη αφορά τον πολιτικό μετασχηματισμό του Κινήματος Πέντε Αστέρων (MS5), το οποίο αποκόπτεται από τον ιδρυτή του, Μπέπε Γκρίλο. Υπό την προεδρία του πρώην πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε, το κόμμα έχει εγκρίνει μεταρρυθμίσεις που ανοίγουν το δρόμο για συνεργασία με το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα (PD).
Η διαμάχη με τον Γκρίλο είναι έντονη, καθώς εκείνος καταγγέλλει παρατυπίες και προγραμματίζει επαναληπτική ψηφοφορία. Παρά τις αντιρρήσεις του, η διάσπαση του κόμματος φαίνεται αναπόφευκτη, με τον Γκρίλο να δηλώνει ότι το Κίνημα είναι «νεκρό» και να προτρέπει την ηγεσία να δημιουργήσει νέο σύμβολο.
Το ερώτημα παραμένει αν και ποιοι θα τον ακολουθήσουν σε αυτή τη νέα πορεία.