Η αποψινή καταψήφιση της κυβέρνησης Μπαρνιέ είναι η πρώτη από το 1962 και ο μεγάλος ηττημένος δεν είναι άλλος από τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν. Η κατάσταση που βιώνει σήμερα η Γαλλία έχει τις ρίζες της στο γεγονός ότι ο Μακρόν, παρά τις εκτεταμένες εξουσίες του ως Πρόεδρος, δεν εκπροσωπεί τη πλειοψηφία των Γάλλων πολιτών και δεν ηγείται της κυρίαρχης παράταξης στη γαλλική κοινωνία.
Η επανεκλογή του Μακρόν προήλθε κυρίως από την αντισυσπείρωση κατά της Άκρας Δεξιάς, καθώς το κόμμα του δεν τα πήγε καθόλου καλά στις ευρωεκλογές και δεν ήταν ο πρώτος σχηματισμός στις βουλευτικές εκλογές. Παρά την κατάσταση αυτή, ο Μακρόν συνέχισε να συμπεριφέρεται ως κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής, επιδιώκοντας να επιβάλει τις επιλογές του, ακόμα και όταν αυτές ήταν σε αντίθεση με τη βούληση της κοινωνίας.
Αυτό έγινε προφανές όταν αποφάσισε να προχωρήσει σε βουλευτικές εκλογές, δήθεν για να περιορίσει την επιρροή της Άκρας Δεξιάς, στην πραγματικότητα όμως για να διασφαλίσει ότι το κόμμα του θα παραμείνει στο κέντρο της κυβέρνησης. Η στάση του να αγνοεί τη λαϊκή ετυμηγορία, όπως η προτίμηση του Νέου Λαϊκού Μετώπου, και να αποκλείει την Αριστερά από τη διακυβέρνηση, δείχνει την προτίμησή του για μια μειοψηφική κυβέρνηση που θα στηρίζεται στην ανοχή της Άκρας Δεξιάς, καθιστώντας την ρυθμιστή της πολιτικής κατάστασης.
Η κυβέρνηση Μπαρνιέ, όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με την ανάγκη πραγματικών συμβιβασμών για την ψήφο του προϋπολογισμού, αντέτεινε την προσφυγή στο άρθρο 49.3 του γαλλικού Συντάγματος, γεγονός που ενίσχυσε την ικανότητα της αντιπολίτευσης να ανατρέψει την κυβέρνηση. Αυτές οι ενέργειες αναδεικνύουν τη βαθιά πολιτική κρίση που βιώνει η Γαλλία, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στην τριχοτόμηση του πολιτικού σκηνικού ανάμεσα στην Ακροδεξιά, το Κέντρο και την Αριστερά. Αντίθετα, η πολιτική του Μακρόν, που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί την «ευρωπαϊκή οικονομική και πολιτική ορθοδοξία», είναι στην πραγματικότητα αντιλαϊκή και μειοψηφική.
Στον πυρήνα αυτής της κρίσης βρίσκεται η επιδίωξη του Μακρόν για μια διαρκή πολιτική κυριαρχία, προσπαθώντας να κυβερνήσει με βάση πολιτικές που έχουν απορριφθεί σε δύο εκλογικές διαδικασίες. Αυτό υπογραμμίζει ότι όταν το Κέντρο μετατρέπεται σε «Ακραίο Κέντρο», όπως συμβαίνει με τον Μακρόν, μπορεί να γίνει εξαιρετικά αντιδημοκρατικό και αυταρχικό.
Η κατάσταση αυτή θα επιφέρει σημαντικές πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία, ανάλογα με τις επιλογές που θα κάνει ο Μακρόν για την επόμενη κυβέρνηση. Είναι σαφές ότι είναι ένας από τους λιγότερους νομιμοποιημένους προέδρους στην πρόσφατη γαλλική ιστορία, κάτι που περιορίζει τις δυνατότητές του. Αυτό εξηγεί γιατί αυξάνονται οι φωνές που ζητούν πρόωρες προεδρικές εκλογές.
Η αντιπολίτευση, και κυρίως το Νέο Λαϊκό Μέτωπο και η Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν, νιώθουν ισχυροποιημένες, προχωρώντας σε σκληρές γραμμές για την ανατροπή της κυβέρνησης. Παράλληλα, η Άκρα Δεξιά εκμεταλλεύεται τη θέση της ως ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων.
Αυτή η πολιτική κρίση έχει και κοινωνικές ρίζες, καθώς πολλές από τις «μεταρρυθμίσεις» που επιχείρησε ο Μακρόν αλλάζουν το κοινωνικό τοπίο της Γαλλίας, οδηγώντας σε λιγότερη κοινωνική προστασία. Αυτό έχει τροφοδοτήσει κύματα κοινωνικών κινημάτων και διαμαρτυριών τα τελευταία χρόνια, εξηγώντας γιατί ο Μακρόν ηγείται μιας κοινωνικά μειοψηφικής παράταξης.
Αυτή η πραγματική κρίση ηγεσίας που αντιμετωπίζει η Γαλλία μπορεί, σύμφωνα με το κινεζικό ιδεόγραμμα, να είναι ταυτόχρονα κίνδυνος και ευκαιρία για μια πολιτική δυναμική που να ανταποκριθεί στις κοινωνικές ανάγκες.