Η συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Αλβανίας για τη μετανάστευση, που παρουσιάστηκε από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε ως στόχο τη μείωση των αφίξεων μεταναστών στην Ευρώπη. Οι εγκαταστάσεις στην Αλβανία θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν έως και 3.000 άνδρες που συνελήφθησαν σε διεθνή ύδατα κατά τη διάρκεια της διαδρομής τους από την Αφρική προς την Ευρώπη. Ωστόσο, φαίνεται ότι ούτε η φον ντερ Λάιεν ούτε η Ιταλίδα πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, είχαν λάβει υπόψη τους την ισχύουσα νομοθεσία.
Η συμφωνία, πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, επιδιώκει να δημιουργήσει ένα νέο μοντέλο για την επεξεργασία και κράτηση αιτούντων άσυλο εκτός της ΕΕ. Ωστόσο, μόλις ένα μήνα μετά το πολυσυζητημένο εγκαίνιο, μόνο 24 αιτούντες άσυλο έχουν σταλεί στην Αλβανία, και κανένας δεν παραμένει εκεί πλέον. Πέντε από αυτούς πέρασαν λιγότερο από 12 ώρες σε κέντρο κράτησης, ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν για λίγο περισσότερο από 48 ώρες.
Αποτυχία του σχεδίου
Όλοι οι αιτούντες άσυλο που μεταφέρθηκαν στην Αλβανία, τελικά, επιστράφηκαν στην Ιταλία, καθώς Ιταλοί δικαστές έκριναν παράνομη την κράτησή τους στην Αλβανία. Η απόφαση αυτή στηρίχθηκε στην απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), που αναφέρει ότι μια χώρα εκτός ΕΕ δεν μπορεί να θεωρείται ασφαλής, εκτός εάν ολόκληρη η επικράτειά της πληροί αυτό το κριτήριο.
Διαμάχη και νομικά προβλήματα
Η κατάσταση αυτή έχει προκαλέσει έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ των αρχών και των δικαστών, με την κυβέρνηση να κατηγορεί τους δικαστές ότι παρεμποδίζουν την εφαρμογή του σχεδίου. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν χαρακτηρίσει τη συμφωνία «πλήρη αποτυχία» και εκτιμούν ότι θα κοστίσει περίπου 1 δισ. ευρώ σε πέντε χρόνια.
Παρά τις αμφιβολίες που έχουν εκφραστεί από πολλές ΜΚΟ και εμπειρογνώμονες, οι υποστηρικτές της συμφωνίας επιμένουν ότι είναι πιο ανθρώπινη από άλλες προσεγγίσεις, όπως η αποστολή μεταναστών σε αναπτυσσόμενες χώρες. Ωστόσο, η συμφωνία φαίνεται να οδηγείται σε αποτυχία, με το 55% των Ιταλών να δηλώνουν ότι δεν την επιθυμούν.
Αντιδράσεις και πολιτική πίεση
Η ιταλική κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να διατηρήσει την αξιοπιστία της, έχει επιτεθεί στη δικαστική εξουσία, χαρακτηρίζοντας τους δικαστές «πολιτικοποιημένους» και κατηγορώντας τους ότι επιδιώκουν να καταργήσουν τα σύνορα της Ιταλίας. Ακόμα και ο Έλον Μασκ εξέφρασε την υποστήριξή του στην Μελόνι, προκαλώντας την αντίδραση του προεδρεύοντος της Ιταλίας, Σέρτζιο Ματαρέλα, ο οποίος δήλωσε: «Η Ιταλία ξέρει πώς να φροντίζει τον εαυτό της».
Η οικονομική διάσταση της συμφωνίας έχει προκαλέσει αντιδράσεις, καθώς η κυβέρνηση αντιμετωπίζει προϋπολογιστικά προβλήματα και περικοπές σε τομείς όπως η υγεία και η εκπαίδευση. Η Έλι Σλέιν, επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος, δήλωσε ότι η κυβέρνηση σπαταλά δημόσιο χρήμα σε κέντρα μεταναστών στην Αλβανία, αντί να το χρησιμοποιήσει για την ενίσχυση της εθνικής υπηρεσίας υγείας.
Καθώς η συμφωνία δείχνει να καταρρέει, οι προοπτικές της ιταλικής κυβέρνησης γίνονται ολοένα και πιο αβέβαιες, με τις νομικές προκλήσεις να αυξάνονται και τις αντιδράσεις του κοινού να εντείνονται.