Ο Φίλιπ Ζιμπάρντο, ο ψυχολόγος που συνδέεται με το αμφιλεγόμενο «Πείραμα Φυλακής του Στάνφορντ», που διεξήχθη το 1971 για να εξετάσει τις ψυχολογικές επιπτώσεις της φυλάκισης, απεβίωσε σε ηλικία 91 ετών. Το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι ο Ζιμπάρντο πέθανε στις 14 Οκτωβρίου στο σπίτι του στο Σαν Φρανσίσκο, με την αιτία του θανάτου να μην έχει ανακοινωθεί.
Η μελέτη του Ζιμπάρντο, που είχε σχεδιαστεί για να διαρκέσει δύο εβδομάδες, διακόπηκε μόλις μετά από έξι ημέρες λόγω της αυξανόμενης βίας και του ψυχολογικού τραυματισμού που υπέστησαν οι συμμετέχοντες. Οι φοιτητές που υποδύονταν τους φύλακες ανέπτυξαν βίαιες συμπεριφορές, ενώ οι κρατούμενοι ένιωθαν άγχος και κατάθλιψη. Ο Ζιμπάρντο επικρίθηκε για την απόφαση του να αναλάβει ενεργό ρόλο στη μελέτη, παραβιάζοντας την ουδετερότητα του ως παρατηρητής.
«Το αποτέλεσμα της μελέτης μας ήταν σοκαριστικό και απρόσμενο», δήλωσε αργότερα ο Ζιμπάρντο, επισημαίνοντας ότι το πείραμα χρησιμοποιείται σήμερα σε μαθήματα ψυχολογίας για να αναλύσει την ψυχολογία του κακού και την ηθική των ψυχολογικών ερευνών με ανθρώπινα υποκείμενα. Το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ τόνισε τη σημασία αυτής της μελέτης για την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης.
Η Δομή και οι Συμμετέχοντες του Πειράματος
Αρχικά, από τους 75 άνδρες που υπέβαλαν αίτηση για το πείραμα, επιλέχθηκαν 24, οι οποίοι ήταν κυρίως λευκοί, μεσαίας τάξης και φαινομενικά ψυχολογικά υγιείς. Οι συμμετέχοντες αποκλείστηκαν αν είχαν εγκληματικό υπόβαθρο ή ψυχολογικές διαταραχές. Οι 9 + 3 συμμετέχοντες ανέλαβαν τον ρόλο των φύλακων και οι 9 + 3 τον ρόλο των κρατουμένων.
Μελέτες το 2008 από τους Τόμας Κάρναχαν και Σαμ ΜακΦάρλαντ υποστήριξαν ότι οι συμμετέχοντες είχαν από πριν χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την κακοποίηση. Σήμερα, το πείραμα θεωρείται επιστημονικά εσφαλμένο και ανήθικο.
Οι Συνθήκες του Πειράματος
Η εικονική φυλακή του Στάνφορντ δημιουργήθηκε στο υπόγειο του κτιρίου ψυχολογίας και περιλάμβανε μικρά κελιά για τρεις κρατούμενους, έναν διάδρομο ως προαύλιο, και χώρους για τους φύλακες και τον διευθυντή. Ο Ζιμπάρντο ανέλαβε τον ρόλο του Επιθεωρητή, ενώ ο προπτυχιακός βοηθός του, Ντέιβιντ Τζάφι, ανέλαβε τον ρόλο του Διευθυντή.
Οι κρατούμενοι περιορίστηκαν στα κελιά τους, ενώ οι φύλακες είχαν πρόσβαση σε χώρους για ξεκούραση και χαλάρωση, εργάζονταν σε οκτάωρες βάρδιες. Οι φύλακες έλαβαν οδηγίες να διατηρούν την τάξη χωρίς να βλάψουν σωματικά τους κρατούμενους, ενώ τους δόθηκαν γκλομπ και ρούχα που παρέπεμπαν σε πραγματικούς φρουρούς φυλακής.
Η Ανήθικη Εξέλιξη του Πειράματος
Η Κριστίνα Μάσλαχ, η επόπτρια του πειράματος, παρατήρησε την κακοποίηση των κρατουμένων και προειδοποίησε τον Ζιμπάρντο για την ανηθικότητα της μελέτης. Λόγω των ανησυχιών της, του αυξανόμενου επιπέδου βίας και των αντιρρήσεων των γονέων, το πείραμα τερματίστηκε την 6η ημέρα.
Ο Ζιμπάρντο συγκέντρωσε τους συμμετέχοντες για να τους ενημερώσει ότι το πείραμα είχε λήξει και τους πλήρωσε για τις έξι ημέρες που συμμετείχαν. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις απολογισμού για να μοιραστούν τις εμπειρίες τους.
Αναλογίες με το Αμπού Γκράιμπ
Όταν αποκαλύφθηκαν τα βασανιστήρια στη φυλακή Αμπού Γκράιμπ το 2004, ο Ζιμπάρντο παρατήρησε τις ομοιότητες με το πείραμά του, υποστηρίζοντας ότι όλοι έχουμε την ικανότητα για καλές και κακές πράξεις, ανάλογα με τις συνθήκες. Συμμετείχε μάλιστα στην υπεράσπιση ενός από τους φρουρούς της φυλακής, καταθέτοντας ως ειδικός μάρτυρας.
Ο Ζιμπάρντο χρησιμοποίησε την εμπειρία αυτή για να συγγράψει το βιβλίο «The Lucifer Effect: Understanding How Good People Turn Evil», συγκρίνοντας το πείραμα του Στάνφορντ με τα βασανιστήρια στο Αμπού Γκράιμπ.
Η Κληρονομιά του Πειράματος
Το Πείραμα του Στάνφορντ έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης για πολλές ταινίες και έργα τέχνης, όπως η γερμανική ταινία «Das Experiment» του 2001. Μαζί με το πείραμα του Μίλγκραμ, το Στάνφορντ αναδεικνύει πώς οι άνθρωποι μπορούν να συμμορφωθούν με την εξουσία και να χάσουν την ανθρωπιά τους υπό ορισμένες συνθήκες.
Ο Ζιμπάρντο άφησε πίσω του μια σημαντική κληρονομιά στην ψυχολογία, αναδεικνύοντας την ευθραυστότητα της ανθρώπινης φύσης και την ικανότητά μας να διαπράττουμε φρικαλεότητες. Αφήνει πίσω του τη σύζυγό του, Κριστίνα Μάσλαχ Ζιμπάρντο, τρία παιδιά και τέσσερα εγγόνια.