Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες, η έλλειψη βροχής για μεγάλα διαστήματα και οι συνεχείς βροχοπτώσεις δημιουργούν σοβαρές προκλήσεις για την οινοποιία. Πολλοί αμπελώνες ενδέχεται να χρειαστεί να μπαίνουν σε αγρανάπαυση για να ανακτήσουν την παραγωγικότητά τους. Εκτός από τις δυσκολίες στην παραγωγή, οι κλιματικές αλλαγές επηρεάζουν και τη γεύση του κρασιού.
Μια ερευνητική ομάδα από τη γαλλική σχολή Bordeaux Sciences Agro, υπό την καθοδήγηση του Κορνέλις φαν Λέουβεν, αναφέρει σε μελέτη της που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Reviews Earth & Environment ότι η ποιότητα του κρασιού είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στη θερμοκρασία κατά την ωρίμανση των σταφυλιών. Οι υψηλές θερμοκρασίες, για παράδειγμα, μειώνουν την περιεκτικότητα των σταφυλιών σε μηλικό οξύ και κατ’ επέκταση επηρεάζουν το pH τους.
Αλλαγές στη γεύση του κρασιού
Η γαλλική ερευνητική ομάδα επισημαίνει ότι το κρασί που παράγεται υπό υψηλές θερμοκρασίες χάνει το άρωμα του φρέσκου καρπού και συχνά αποκτά νότες από φρούτα που έχουν ωριμάσει υπερβολικά. Η απώλεια φρεσκάδας οφείλεται στη χαμηλότερη τιμή του pH, ενώ η μειωμένη οξύτητα επηρεάζει αρνητικά τη γεύση του κρασιού.
Όσο πιο ζεστά είναι τα κλίματα, τόσο περισσότερη ζάχαρη και αλκοόλ περιέχει το κρασί. Αυτό εξηγεί γιατί στην αγορά υπάρχουν περισσότερα κρασιά με περιεκτικότητα αλκοόλ 13-15%. Οι υψηλές θερμοκρασίες επίσης «ασπρίζουν» τα κόκκινα κρασιά.
Επιπτώσεις από τις δασικές πυρκαγιές
Οι δασικές πυρκαγιές, που γίνονται πιο συχνές λόγω της κλιματικής αλλαγής, επηρεάζουν επίσης την ποιότητα του κρασιού. Στην Αυστραλία, για παράδειγμα, ορισμένα κρασιά έχουν δεχθεί κριτική γιατί έχουν μια επίγευση καμένου, που θυμίζει στάχτη.
Ο κλάδος έχει αναγνωρίσει εδώ και καιρό αυτό το πρόβλημα. Σύμφωνα με το γαλλικό Ινστιτούτο Οίνου, «οι μέθοδοι παραγωγής μπορούν να μας επιτρέψουν να διορθώσουμε αυτά τα φαινόμενα χωρίς να αμφισβητηθεί ο ορισμός του κρασιού. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την επιλογή κατάλληλων μικροοργανισμών, τη μείωση της περιεκτικότητας σε ζάχαρη και αλκοόλ και την όξυνση των κρασιών».
Η συντηρητική στάση των Γερμανών καταναλωτών
Στη Γερμανία, οι αμπελουργοί προσπαθούν να βελτιώσουν την ποιότητα των κρασιών τους: «Οι αμπελουργοί που γνωρίζω προτιμούν να διατηρούν τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής, καθώς έχουν μια αγορά που εκτιμά τα κρασιά τους», λέει ο Χάικο Πάετ, ειδικός στις κλιματικές επιπτώσεις στην οινοπαραγωγή από το Πανεπιστήμιο του Βίρτσμπουργκ. «Ο Γερμανός καταναλωτής είναι συντηρητικός», προσθέτει.
Τα κρασιά με χαμηλή οξύτητα και χαμηλό ποσοστό αλκοόλ θυμίζουν μπράντι και δεν είναι δημοφιλή. «Οι καταναλωτές θέλουν νέα, φρουτώδη και ξηρά λευκά κρασιά – το ίδιο επιθυμεί και η νέα γενιά».
Οι θερμοκρασίες αυξάνονται πολύ για τα αμπέλια της Κεντρικής Ευρώπης, με αποτέλεσμα οι οινοπαραγωγοί να στρέφονται σε άλλες περιοχές.
Για να επιτευχθεί η σωστή γεύση, υπάρχουν διάφορες «οικολογικές προσεγγίσεις». «Όταν θέλω να φτιάξω ένα κρασί με χαμηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και αλκοόλ, αλλά με καλή οξύτητα, πρέπει να διασφαλίσω ότι τα σταφύλια δεν θα εκτίθενται υπερβολικά στον ήλιο», αναφέρει ο Πάετ.
Φυσικά, λόγω της κλιματικής αλλαγής, μπορεί κανείς να επιλέξει και άλλες ποικιλίες. Στη Γερμανία, παράγεται πλέον πολύ περισσότερο κόκκινο κρασί σε σχέση με παλαιότερα, αλλά στη Φραγκονία οι εκτάσεις μειώνονται λόγω έλλειψης ζήτησης.
Ο Πάετ αναζητά εναλλακτικές περιοχές με το κατάλληλο κλίμα για το Βαυαρικό Κρατικό Ινστιτούτο Αμπελουργίας. Μελετά πώς θα είναι το κλίμα σε 50 ή 70 χρόνια στους αμπελώνες που παράγουν την καλύτερη ποικιλία Σιλβάνερ. Αν και οι έρευνες δεν έχουν ολοκληρωθεί, η νοτιοδυτική Γαλλία φαίνεται να είναι υποσχόμενη. «Αυτό σημαίνει ότι τα αμπέλια της Φραγκονίας θα έχουν σε δύο γενιές το κλίμα που υπάρχει σήμερα στο Μπερζεράκ ή το Μπορντό».
Μόλις βρεθεί η κατάλληλη περιοχή, το Βαυαρικό Ινστιτούτο θα φυτέψει μια ποικιλία Σιλβάνερ ανθεκτική στη ζέστη, για να εξετάσει πώς θα πρέπει να καλλιεργούνται αυτές οι ποικιλίες σε ένα θερμότερο κλίμα και πώς πρέπει να διατηρείται το κρασί στο κελάρι ώστε να έχει γεύση σαν να παράχθηκε στο Βίρτσμπουργκ.
Κίνδυνος απώλειας καλλιεργήσιμων εκτάσεων
Η ερευνητική ομάδα από το Μπορντό διαπίστωσε ότι μέχρι το τέλος του αιώνα, το 20% με 70% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων στην Ευρώπη σε παραδοσιακές αμπελουργικές περιοχές μπορεί να χαθούν, ανάλογα με την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Οι θερμοκρασίες γίνονται πολύ υψηλές για τα αμπέλια της Κεντρικής Ευρώπης, και οι οινοπαραγωγοί στρέφονται όλο και περισσότερο σε νέες τοποθεσίες καλλιέργειας.
«Αν και αυτό δεν συμβαίνει ακόμα σε έντονο βαθμό, πιστεύω ότι μέσα στις επόμενες δεκαετίες θα μας επιτρέψει να διατηρήσουμε τις ποικιλίες αμπελιών και, κατά συνέπεια, τον τύπο των κρασιών μας, καθώς και να συνεχίσουμε να καλλιεργούμε τις ίδιες περιοχές», δηλώνει ο Πάετ.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς
Πηγή: Deutsche Welle