Ένα άρθρο του Economist προσφέρει μια διαφορετική και αισιόδοξη οπτική για την κλιματική αλλαγή, ξεκινώντας από την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και καταλήγοντας στην τεχνολογική πρόοδο. Παράλληλα, υπογραμμίζει τη σημασία της δέσμευσης σε ένα παγκόσμιο σχέδιο χωρίς αποκλίσεις.
Αν και οι καινοτομίες στον τομέα της ενέργειας είναι ενθαρρυντικές, οι προοπτικές μετά την επανεκλογή του Τραμπ δεν φαίνονται θετικές. Η δεύτερη θητεία του ενδέχεται να είναι επιβλαβής για τους Αμερικανούς που πλήττονται από κλιματικές καταστροφές, καθώς και για τους επιστήμονες που αναζητούν χρηματοδότηση για έρευνες και μελέτες σχετικά με την κλιματική αλλαγή.
Η παγκόσμια θερμοκρασία και οι εκπομπές CO2 δεν φαίνεται να κινητοποιούν όλες τις κυβερνήσεις, με πολλές χώρες να μην προχωρούν σε αλλαγές στις πολιτικές τους. Ωστόσο, η τάση της κλιματικής αλλαγής παραμένει «αδυσώπητη» και οι καταστροφές που προκαλεί είναι όλο και πιο συχνές και σοβαρές, όπως οι πρόσφατες πλημμύρες σε χώρες όπως η Βραζιλία, το Νεπάλ και η Ισπανία.
Η τεχνολογία έχει πάντα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια ελέγχου της κλιματικής αλλαγής. Σήμερα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως τα ηλιακά πάνελ, γίνονται ολοένα και πιο προσιτές. Πέρυσι, η Κίνα εγκατέστησε περισσότερη ηλιακή ενέργεια από ό,τι είχε εγκατασταθεί παγκοσμίως το 2015, όταν υπογράφηκε η συμφωνία του Παρισιού. Αυτή η εξέλιξη προσφέρει ελπίδα ότι οι εκπομπές CO2 μπορούν να μειωθούν.
Η αναγνώριση του ρόλου της τεχνολογίας δεν σημαίνει ότι πρέπει να απορρίψουμε τις παλιές μεθόδους. Αντίθετα, οι νέες τεχνολογίες συνήθως προστίθενται στις υπάρχουσες και δεν τις αντικαθιστούν. Για να επιτευχθεί μια ουσιαστική μετάβαση σε νέες τεχνολογίες, απαιτείται μια παγκόσμια αναδιάρθρωση, ώστε οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να έχουν μεγαλύτερη αξία και να αξιοποιούνται καλύτερα.
Η ανάγκη για επενδύσεις σε υποδομές είναι επιτακτική. Τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να επεκταθούν και να ανασχεδιαστούν για να υποστηρίξουν τις νέες πηγές ενέργειας και να διαχειριστούν τις διακοπές που μπορεί να προκαλέσουν. Φιλόδοξα σχέδια, όπως αυτά του υπουργού κλιματικής αλλαγής της Βρετανίας, Εντ Μίλιμπαντ, είναι ευπρόσδεκτα, αλλά δεν αρκούν από μόνα τους.
Η Κίνα κυριαρχεί στην παραγωγή τεχνολογίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει τη μετάβαση σε έναν κόσμο καθαρής ενέργειας. Η διεθνής συνεργασία είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ότι αυτά τα προϊόντα θα είναι διαθέσιμα σε όλες τις αγορές, καθώς ένας παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές ζημιές.
Οι φτωχές χώρες, που αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος κεφαλαίου, χρειάζονται υποστήριξη για να επενδύσουν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι πλούσιες χώρες έχουν ηθική υποχρέωση να παρέχουν βοήθεια, όπως εγγυήσεις δανείων, προκειμένου να μειωθεί το κόστος χρηματοδότησης.
Η εγκατάλειψη του άνθρακα μπορεί να είναι επώδυνη για τις τοπικές κοινότητες και τις επιχειρήσεις. Ωστόσο, η επιβολή τιμής στις εκπομπές CO2 μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, αλλά απαιτούνται και άλλες πρωτοβουλίες για να επιταχυνθεί η διαδικασία μείωσης των εκπομπών.
Η σωστή προσέγγιση σε αυτά τα ζητήματα θα επιταχύνει τη διαδικασία μείωσης των εκπομπών, αν και δεν θα είναι αρκετή για να επιτευχθεί ο στόχος των 1,5°C της συμφωνίας του Παρισιού. Ωστόσο, μπορεί να διασφαλίσει ότι οι θερμοκρασίες θα παραμείνουν κάτω από τους 2°C, που παραμένει ένα κρίσιμο όριο.
Είναι επίσης σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι οι προσαρμογές στις κλιματικές αλλαγές συχνά αγνοούνται. Ο πλανήτης πρέπει να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές με αποφασιστικότητα, και η μοιρολατρική στάση ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει πρέπει να αλλάξει.